ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ...
Πρωταπριλιά. Αθήνα 2017.Tρόλεϊ γραμμή 5, κόσμος αρκετός, Σάββατο μεσημέρι.
Γράφει η Σοφία Βεργοπούλου
Φωτο: Νίκος Αθανασίου
Ο οδηγός μιλάει στο κινητό του και κάνει το δρομολόγιο αδιάφορος για το αυτονόητο.
Δεν επιτρέπεται να μιλάς στο κινητό όταν οδηγείς, λέει ο επιβάτης και κάπου εκεί αρχίζει ο καυγάς. Κανονικά πρέπει να καλέσω την αστυνομία και να σου κάνω μήνυση, κουβαλάς τόσο κόσμο, αρχίζουν οι φωνές που ξυπνάνε το επιβατικό κοινό, ένας ένας οι επιβάτες βγαίνουν σιγά σιγά από το λήθαργο της ανιαρής διαδρομής στην Πατησίων, βοηθάει κι η απάντηση του οδηγού, λίγο πολύ «εσύ τι πρόβλημα έχεις; Που ξέρεις αν δεν είναι τίποτα επείγον», γηραιές κυρίως αναρωτιούνται στη γαλαρία «που πάει ο κόσμος; Έχουν χαζέψει πια με τα κινητά, τι αρρώστια είν' αυτή;», ακούγονται ιστορίες για τα ΚΤΕΛ και τους οδηγούς τους, ο κατηγορούμενος της στιγμής δε δείχνει καμία διάθεση να αποδεχθεί το κατηγορητήριο, πλέον διαθέτει κι έναν συνήγορο που προσπαθεί να δραματοποιήσει το «επείγον» του τηλεφωνήματος, πλατεία Κοτζιά κατεβαίνουμε.
Οδός Βουλής, κόσμος στα τραπεζάκια λιάζεται, μια κοπέλα με μαλλί αφάνα είναι καθιστή σκυμμένη στο πεζοδρόμιο, τα μαλλιά της δε σ' αφήνουν να δεις και πολλά, είναι καλά; Χρειάζεται κάτι;
Ένας από τους τρεις μας την πλησιάζει «ρε παιδιά μπορεί να χρειάζεται κάτι...». Δε χρειάζεται μιλάει στο κινητό της και το μαλλί εκτελεί χρέη τηλεφωνικού θαλάμου, συνεχίζουμε μέχρι την έκθεση φωτογραφίας.
Ένα διαμέρισμα, πολλοί άνθρωποι της Τέχνης και της διανόησης μιλάνε μεταξύ τους «που έχουμε γνωριστεί;», «ήταν μάλλον στο Μιλάνο» ακούγονται γαλλικά, υπάρχει ένα μωρό που μάλλον δεν ενδιαφέρεται για την Τέχνη, θέλει να βγει βόλτα και κλαίει, άλλοι αδιαφορούν, κάποιοι το προσέχουν άλλοι το κοιτάζουν και ξανασκύβουν στις κούτες με τις φωτογραφίες, φωτογραφίες που στην πλειονότητά τους δε λένε καμία ιστορία, είναι αυτοαναφορικές ή εκδραματίζουν ξεδιάντροπα, φεύγουμε κατεβαίνουμε Μοναστηράκι.
Κεμπάμπ και προτηγανισμένες πατάτες, δυσκολευόμαστε να περάσουμε πολύς κόσμος, μπαλόνια, υπαίθρια μανάβικα, μια μουσική παίζει κάπου, σταθμός τραίνου, συρμός για την ταβέρνα στέκι του ΚΑΠΗ Αγίου Νικολάου.
Μια παρέα ΚΚΕέδων γηραιών πίνει τσίπουρα και τρώει στο Στέκι της Βάσως. Της Βάσως που μάλλον είναι Βουλγάρα αλλά μαγειρεύει όπως οι μαμάδες μας και παλεύει με τα τηγάνια και τις κατσαρόλες τις ελληνικές πολλά χρόνια κι έχει νικήσει, γιατί με την κρίση όλα τα τριγύρω μαγαζιά κατέβασαν ρολά, αλλά εκεί έχει πάντα κόσμο γιατί δε βρωμάει λαδίλα, το φαγητό είναι νόστιμο και τα γερόντια του ΚΑΠΗ πίνουν τσίπουρα και τραγουδάνε αντάρτικα αλλά και Νέο Κύμα. Το τελευταίο όταν έχουν χήρες στην παρέα.
Όταν είναι μόνοι τους λένε ιστορίες, κανονίζουν για το Πάσχα στο χωριό όπου θα ψήσουν, θα χορέψουν αλλά πριν αρχίσουν τα γλέντια θα κρατήσουν ενός λεπτού σιγή για τον Άρη Βελουχιώτη.
0 comments
Το μήνυμα σας