Η μυθολογία του Απελευθερωτικού Αγώνα 1955-59

by - Ιουλίου 10, 2016

Γράφω αυτά μακριά από το σπίτι μου, που τώρα ξένοι το κατέχουν και απειλούν να το κατεδαφίσουν, αλλά που με καλεί να αγωνίζομαι για την επιστροφή. Έχει ο Θεός!










Γράφει ο Βαρνάβας Λοϊζίδης

Η 1η Απριλίου 1955 μας βρήκε καθ' οδόν προς την 1η Δημοτικού. Τον Σεπτέμβριο του 1956 μπαίναμε στην αίθουσα μαθητές πια του Κακούλλειου Δημοτικού Σχολείου Αιγιαλούσης. Η φοίτηση μας στο Δημοτικό Σχολείο κράτησε όσο κράτησε και ο απελευθερωτικός Αγώνας μας. Γι' αυτό μεγαλώσαμε με τα συνθήματά του, με την αγωνία και τα ηρωϊκά κατορθώματα των αγωνιστών και του κόσμου που άντεχε στα κέρφιου και την καθημερινή δυσχέρεια. Αναπτύξαμε παιδάκια μια μυθολογία για τον Αγώνα και τα πρόσωπα. Ομολογώ πως αυτή η μυθολογία μάς ενθουσίαζε. Κάθε ήρωας για μας ήταν ανίκητος αλλά είχε και υπερφυσικές δυνάμεις. Τα πρώτα ονόματα που γράψαμε στις ρούχινες τσάντες μας ήσαν των αγωνιστών, του Μακαρίου και του Γεώργιου Γρίβα Διγενή. Αυτοί ήταν τα ινδάλματα της εποχής μας. Επειδή ήσαν με κεφαλαία γράμματα, ήταν εύκολο για τους Άγγλους να τα αναγνώσουν. Νεαρός Άγγλος στρατιώτης με τη γνωστή προφορά έδειξε το όνομα στη τσάντα μου με το δάχτυλό του και είπε δυνατά: "ΜΑ-ΚΑ-ΡΙ-ΟΣ". Δεν είχε ιδιαίτερη δυσκολία να αναγνωρίσει τα γράμματα, έστω και αν δεν γνώριζε ελληνικά. Κι αυτό έγινε πολλές φορές και μαζί μου και με άλλους συμμαθητές μου γιατί ήταν η ώρα που επιστρέφαμε στο σπίτι μας από το σχολείο. 

Κι αυτή η καρδούλα μας! Πόσες φορές καρδιοχτυπήσαμε παραβαίνοντας τον κατ' οίκον περιορισμό και τρέχοντας να εκτελέσουμε μια εργασία του σπιτιού, γιατί έπρεπε να γίνει, ξεγελώντας τα περίπολα! Βλέπετε, εμείς γνωρίζαμε καλύτερα από τους ξένους μονοπάτια και κρυψώνες, αλλά χρειαζόταν και θάρρος να τρέξεις και να κρυφτείς. 

Ήμαστε σε εσπερινό Σαββάτου μια φορά, σήμανε κατ’ οίκον περιορισμός, και είχαμε τον φόβο ότι οι Άγγλοι θα μας περίμεναν έξω από την εκκλησία. Αυτό δεν έγινε, ο πατέρας μου αμέσως μετά το Δι’ ευχών μάς ευλόγησε και μας έδωσε οδηγίες πώς να πάμε ο καθένας στο σπίτι του, αθόρυβα χωρίς να γίνουμε αντιληπτοί. Οι δυο μας κλειδώσαμε την εκκλησία του Μιχαήλ Αρχαγγέλου, κοντά στο σπίτι μας, και πορευόμενοι με όλες τις προφυλάξεις φθάσαμε στο σπίτι μας. Το ίδιο πράξαμε όλοι και την Κυριακή το πρωί. 

.....Ευδόκησε και έφθασε η ημέρα ανακήρυξης της Ανεξαρτησίας της Κύπρου. Μέχρι σήμερα νιώθω το σχοινί της καμπάνας του Μιχαήλ Αρχαγγέλου στις φούχτες μου που για ώρα κτυπούσα δεκάχρονος για να γιορτάσουμε τη νίκη μας. Για μένα ήταν νίκη, όχι γιατί οι συμφωνίες ήταν οι καλύτερες για την Κύπρο, αλλά γιατί έδειχναν πως επιβράβευαν τον Αγώνα που ένας μικρός λαός σε μέγεθος αλλά μεγάλος σε ψυχή τόλμησε να αναλάβει. Η μυθολογία του Απελευθερωτικού Αγώνα για μένα έκλεισε την μορφοποίηση της, όταν εγώ έπαυσα να κτυπώ την καμπάνα του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Όταν σώπασαν και οι κραδασμοί του μετάλλου, έκλειε και το βιβλίο της ελληνικής μυθολογίας που δημιούργησε ο Αγώνας του 55-59. Παραμένω, όμως, μέρος αυτής της μυθολογίας, των βιωμάτων και των συνθημάτων της περιόδου που την δημιούργησε και της έδωσε μορφή. Τα κατοπινά χρόνια ανέδειξαν αμαρτωλούς αντί ήρωες, έφραξαν τον δρόμο της συνέχισης της μυθολογίας του 1955-59. 

Γράφω αυτά μακριά από το σπίτι μου, που τώρα ξένοι το κατέχουν και απειλούν να το κατεδαφίσουν, αλλά που με καλεί να αγωνίζομαι για την επιστροφή. ΄Εχει ο Θεός!

You May Also Like

0 comments

Το μήνυμα σας