Ποιος ζωγράφισε εκ του φυσικού τους Ήρωες της Επανάστασης;
Ο Κάρλ Κρατσάιζεν (Karl Krazeisen) από το Παλατινάτο της Βαυαρίας (1794-1878), που το όνομά του στα γερμανικά σημαίνει: «σιδερένιο ξύστρο για παπούτσια», είναι ο αυτοδίδακτος ζωγράφος ο οποίος σχεδίασε με μολύβι εκ του φυσικού, τις προσωπογραφίες των Ελλήνων ηρώων και Ευρωπαίων συναγωνιστών του από το 1826 ως το 1827.
Γράφει η Αιμιλία Πανταζή
Ο συνολικός αριθμός των έργων του ανέρχεται σε 39 σχέδια με μολύβι σε χαρτί μικρού και μεσαίου μεγέθους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι προσωπογραφίες των αγωνιστών, 21 υδατογραφίες από τοπία με αρχαιότητες, κάστρα, θαλασσινά και στεριανά τοπία με ναυτικούς και χωρικούς και 31 σχέδια με μολύβι με μνημεία και πολεμικές συνθέσεις σε χαρτί μεγάλου μεγέθους. Συνολικά ανέρχονται σε 91 έργα, σημαντικός αριθμός για τη συλλογή σχεδίων της Εθνικής Πινακοθήκης.
Στρατιωτικός και «πολεμικός ανταποκριτής» στο Ναύπλιο, τον Πόρο, την Αίγινα, τη Σαλαμίνα, ανέδειξε τις προσωπογραφίες των οπλαρχηγών, πυρπολητών, πολιτικών, προεστών και λογίων στο εγκυρότερο νεοελληνικό «Πάνθεον Αθανάτων».
Δεν έφθασε στην Ελλάδα ως περιηγητής ο Κρατσάιζεν αλλά ως στρατιωτικός. Εκείνη την περίοδο το Μεσολόγγι είχε πέσει, ο Ιμπραήμ κυριαρχούσε στην Πελοπόννησο ενώ οι Έλληνες οπλαρχηγοί ζούσαν αντιμέτωποι με τον εμφύλιο σπαραγμό. Τα γεγονότα αυτά τον ωθήσουν στην περιπέτεια της καθόδου στην Ελλάδα. Φαίνεται όμως πως ο τρόπος με τον οποίο εγκατέλειψε τη μονάδα του στη Βαυαρία ήταν τυχοδιωκτικός. Για το λόγο αυτόν επιστρέφοντας στο Μόναχο καταδικάστηκε. Αργότερα επανέκτησε τον στρατιωτικό βαθμό του φτάνοντας μέχρι τον βαθμό του υποστρατήγου.
Ο Κρατσάιζεν είχε συμμετάσχει στην πολιορκία της Αθήνας της 6ης Μαρτίου και της Ακρόπολης στις 22 Απριλίου το 1827. Ο ζωγράφος Βρυζάκης, του αποτίει φόρο τιμής ζωγραφίζοντάς τον ως φιλέλληνα που φορεί στο κεφάλι φέσι, ενώ ο λογοτέχνες μελετητές Παντελής Πρεβελάκης αναφέρεται στην «απαράμιλλη αξιοπιστία των σχεδίων των προσωπογραφιών γιατί η στρατιωτική αγωγή του Κρατσάιζεν και το ρομαντικό πνεύμα τον είχαν προετοιμάσει να θαυμάζει ήρωες».
Η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη έχει αναφέρει για τον
Κρατσάιζεν: «Δεν είδε τόσο πολύ τους άνδρες ως ήρωες. Η εντύπωση που αποκομίζει ο σημερινός θεατής είναι μάλλον η επιμελημένη αφέλεια με την οποία προσεγγίζει τους ανθρώπους του. Δεν είναι τόσο η μαεστρία του “υπεράνθρωπου”, αλλά η σιωπηρή αθωότητα του χρονικογράφου που οξύνει καθημερινά τη γραφίδα του με το πνεύμα του περιοδεύοντα χρονικογράφου που αντιλαμβάνεται, ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή βιώνει ιστορία. Ίσως για τον λόγο αυτόν φαίνεται οι άνδρες αυτοί να μοιάζουν μεταξύ τους, τουλάχιστον να έχουν όλοι το ίδιο θλιμμένο βλέμμα.»
Όταν ο Κρατσάιζεν επέστρεψε στο Μόναχο έσπευσε το 1828 στο λιθογραφείο του Franz Hanfstängl -το καλύτερο του Μονάχου- και με τη συνεργασία των Hohe, Peter von Hess και Steingrübel την οποία επόπτευε ο ίδιος ολοκλήρωσε την έκδοση του γνωστού λευκώματος με τις 24 λιθογραφίες το 1831, με τον μεταφρασμένο τίτλο: «Προσωπογραφίες των διασημότερων Ελλήνων και Φιλελλήνων, μαζί με μερικές απόψεις και ενδυμασίες, σχεδιασμένες εκ του φυσικού και δημοσιευμένες από τον Καρλ Κρατσάιζεν».
«Τη σημαντική υπερβολή που δεν είχαν στο πρωτότυπο… Με τας πολλάς φωτοσκιάσεις… με την πολλήν χρήσιν των τόνων, με το ατμώδες και το κάπως φαντασμαγορικόν… η λιθογραφία μας έδωσε τους ήρωας μέσα εις την ελαφράν εκείνην ομίχλην εις την οποίαν τους έβλεπε η κοινή φαντασία (στην Ευρώπη)», σημειώνει ο Ζαχ. Παπαντωνίου.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Νικόλαος Γύζης, τότε καθηγητής στο Μόναχο, αναγνώρισε την ιστορική σημασία του έργου του Κρατσάιζεν, προτείνοντας την ένταξή τους στο (τότε ανύπαρκτο) Μουσείο των Αθηνών.
Θετική στάση είχε πάρει και ο γλύπτης Φυτάλης:
«Κατ’ αρχάς του παρελθόντος αιώvos ότε ο Ελληνικός Λαός δια ν’ αποτίναξη τον τουρκικόν ζυγόν πολλοί Φιλέλληνες εκ της Ευρώπης έλαβον μέρος εις τον αγώνα. Μεταξύ αυτών υπήρξε και ο νέος Βαυαρός υπολοχαγός Κ. Κρατσάιζεν μετά του ζωγράφου Χεσς. Ο Κ. Κρατσάιζεν ενθουσιασμένος διά τας ωραιότητας της κλασικής εποχής, διά τους εμπνευσμένoυς ήρωάς της διά την Πατρίδα των, διά τους ιδιοτρόπους αμφιέσεις, έλαβε το μολυβδοκόνδυλον και την πυξίδα εις την χείρα ίνα διαιώνιση παν ό,τι τω εφαίνετο αξίας. Επιστρέφων εις Βαυαρίαν ο καλλιτέχνης ούτος, προέτεινεν εις την Επωνυμίαν Χάνφστενγκελ όπως λιθογραφήση τους επισημοτέρους ήρωας, όπερ και επραγματοποιήθη διά της υποστηρίξεως του Βασιλέως της Βαυαρίας και αυτού τούτου τυγχάνοντος μεγάλου Φιλέλληνος.
Μετά τον θάνατον του Κρατσάιζεν επισυμβάντος εν έτει 1878 τα ιχνογραφήματα και αι υδατογραφίαι του εκληρονομήθησαν παρά της θυγατρός του Μαρίας, συζύγου μου, μετά δε τον θάνατόν της, συμφώνως τη τελευταία αυτής θελήσει περιήλθον εις την κατοχήν μου.
Πάντα τα ιχνογραφήματα τούτα έδειξα τω τέως καθηγητή της εν Μονάχω Ακαδημίας Τεχνών Νικολάω Γύζη ίνα πληροφορηθώ όσο το δυνατόν κάλλιον περί της αξίας αυτών. Η γνώμη του ήτο ότι η θέσις των δύνα¬ται να είναι μόνον το Μουσείον Αθηνών. Αλλ’ εγώ δεν ηδυνάμην να χωρι¬σθώ αυτών εμφορούμενος προ παντός εξ αισθημάτων σεβασμού. Τώρα όμως ων προκεχωρημένης ηλικίας και μη ων βέβαιος ότι μετά τον θάνατόν μου οι διάδοχοί μου θα εφύλαττον μετά της αυτής αγάπης και ευλαβείας τα πολύτιμα ταύτα πράγματα, μοναδικά εις το είδος των, απεφάσισα να τα παραδώσω εις χείρας πατριώτου τινός όστις θα εγνώριζε να εκτίμηση ταύτα. Η αξία των όμως δύναται να καθορισθή μόνον εις απώτερον μέλλον καθ’ όσον εκατό μόνον έτη είναι μικρόν διάστημα δυνάμενον να χρησιμεύη ως γνώμων εκτιμήσεως ιστορικού τινός αντικειμένου».
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου δημοσιεύει το άρθρο με το οποίο παρακινεί το ελληνικό Δημόσιο να αγοράσει το συνολικό κληροδότημα, το οποίο τελικά αγοράστηκε προς 200.000 δρχ. για λογαριασμό της Εθνικής Πινακοθήκης.
0 comments
Το μήνυμα σας