«Είσαι ξένος και προδότης»! ...μια ιστορία από παλιά

by - Μαρτίου 16, 2015

«Πολλοί λαοί ή άτομα συμβαίνει να θεωρούν περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά ότι κάθε ξένος είναι εχθρός. Όταν αυτή η ανομολόγητη αλυσίδα αποτελεί τη μείζονα πρόταση ενός συλλογισμού, τότε στο τέλος της αλυσίδας βρίσκονται τα στρατόπεδα». ΠΡΙΜΟ ΛΕΒΙ

Γράφει η Κάτια Κατιμερτζή


Οι Ιάπωνες με την αιφνίδια επίθεσή τους στο Περλ Χάρμπορ στις 17 Δεκεμβρίου 1941, εξώθησαν τους Αμερικανούς να εγκαταλείψουν την τακτική της απομόνωσης και της ουδετερότητας και να εισέλθουν στον πόλεμο. Oι σχέσεις των δύο δυνάμεων διάνυαν ήδη μια δεκαετία έντασης, εξαιτίας του ιαπωνικού επεκτατισμού στη Νοτιοανατολική Ασία. 

Στην άσπονδη αυτή αντιπαράθεση στα δύο άκρα του Ειρηνικού 120.000 άνθρωποι Ιαπωνικής καταγωγήςΑμερικανοί πολίτες οι περισσότεροι που ζούσαν στη δυτική ακτή των ΗΠΑ, βρέθηκαν όμηροι στο μάτι του κυκλώνα, θύματα πράξεων που κηλίδωσαν την αμερικανική δημοκρατία.  

Άνθρωποι νομοταγείς που είχαν έρθει από την απέναντι μεριά του ωκεανού, συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και καταφέρνοντας με κόπο και βάσανα να χτίσουν τις ζωές τους και να προοδεύσουν στα νέα τους χώματα.  

Πριν από το βομβαρδισμό, ο πρόεδρος Ρούσβελτ, ακριβώς επειδή οι ΗΠΑ ανησυχούσαν για μεγάλης κλίμακας επίθεση της Αυτοκρατορίας του ανατέλλοντος Ηλίου, ζήτησε να διερευνηθεί μυστικά η πιθανότητα οι Ιάπωνες Αμερικανοί να αποτελούσαν απειλή για την εθνική ασφάλειαΤο πόρισμα της έρευνας επεσήμανε την αφοσίωση των ανθρώπων αυτών στις ΗΠΑ, αποκλείοντας την πιθανότητα εσωτερικής δολιοφθοράς εκ μέρους τους. 

Ακόμη και τους πρώτους μήνες αμέσως μετά την επίθεση, η πλειοψηφία των Αμερικανών δεν καταλόγιζε στους Ιάπωνες των δυτικών πολιτειών κάποια ευθύνη για τον βομβαρδισμό. Ακόμη και άρθρα σε μεγάλες εφημερίδες τους αναγνώριζαν ότι ήταν «καλοί Αμερικανοί»

Όμως, οι οικονομικοί παράγοντες των δυτικών πολιτειών, είχαν διακρίνει μια λαμπρή ευκαιρία για να ξεφορτωθούν τους ξένους που ζούσαν, εργάζονταν και επιχειρούσαν στις περιοχές τους.


  



Εξι μήνες μετά το βομβαρδισμό, το αίσθημα της κοινής γνώμης άρχισε να χειραγωγείται έντεχνα από τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, που πίεζαν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να λάβει μέτρα, σε αγαστή συνεργασία με μεγάλη μερίδα του τύπου. 







Άρθρα με πηχυαίους τίτλους στις μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας καλλιεργούσαν συστηματικά την εντύπωση ότι στο Περλ Χάρμπορ υπήρχε δολιοφθορά από μέρους των Ιαπώνων που ζούσαν στην Αμερική. Το κλίμα υποδαύλιζαν και στρατιωτικοί κύκλοι που πίεζαν για να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και ζητούσαν συνεχώς άδεια για συλλήψεις και ανακρίσεις. 

Σύντομα, η κυβέρνηση του Ρούσβελτ αναγκάστηκε να ενδώσει στις πιέσεις των τοπικών οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων, που επιθυμούσαν τη λήψη μέτρων και την απομάκρυνση των πολιτών αυτών από τη δυτική ακτή.  

Ενα κυνήγι μαγισσών εξαπολύθηκε...

Στις 19 Φλεβάρη 1942, ο πρόεδρος Ρούσβελτ υπέγραψε το διάταγμα 9066, που εκχωρούσε στους στρατιωτικούς διοικητές την εξουσία να καθορίσουν «περιοχές στρατιωτικής σημασίας», από τις οποίες θα έπρεπε να απομακρυνθούν όλοι οι πολίτες που θεωρούνταν ύποπτοι για την τέλεση πράξεων κατασκοπίας και δολιοφθοράς προς όφελος του εχθρού, φωτογραφίζοντας τους Ιάπωνες και αναστέλλοντας συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματά τους. 



Στα τέλη της Ανοιξης του 1942, μετά από μια μεταβατική φάση, κατά την οποία οι αρχές επέβαλλαν περιοριστικές εντολές απαγόρευσης κυκλοφορίας και οπλοκατοχής, όλοι οι πολίτες των δυτικών πολιτειών των ΗΠΑ, με ιαπωνική καταγωγή, έστω και κατά 1/16, «ακόμη και μωρά ορφανά με έστω και μία σταγόνα ιαπωνικό αίμα στις φλέβες τους», μεταφέρθηκαν προσωρινά σε κέντρα κράτησης με την προοπτική της μετεγκατάστασης σε άλλες περιοχές που δεν ήταν στρατιωτικής σημασίας. 





Από την εφαρμογή του διατάγματος εξαιρέθηκε η συντριπτική πλειοψηφία των Ιαπώνων της Χαβάης, που αποτελούσαν σχεδόν το μισό του ντόπιου πληθυσμού, από φόβο μήπως παραλύσει η οικονομική ζωή του νησιού, γεγονός που από μόνο του καταρρίπτει τις δικαιολογίες περί προστασίας της εθνικής ασφάλειας που επικαλούνταν η κυβέρνηση.  





Η διορία που δόθηκε για την εκκένωση, ήταν μόλις 48 ώρες. Λιγοστά μόνον υπάρχοντα και είδη πρώτης ανάγκης χώρεσαν στις αποσκευές των κατατρεγμένων. Τα σπίτια και οι περιουσίες είτε εγκαταλείφθηκαν, είτε ξεπουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές. 








Τα κέντρα κράτησης ήταν δημόσια κτίρια, βιαστικά διαμορφωμένα, στα οποία στοιβάχτηκαν οι Ιάπωνες σαν να επρόκειτο για ζώα, χωρίς ρεύμα και εγκαταστάσεις υγιεινής. 

Εκεί κλήθηκαν να ζήσουν προσωρινά με μεγάλες ελλείψεις σε τρόφιμα και φάρμακα, περιμένοντας υπομονετικά τη «μετεγκατάσταση».  


Τα πραγματικά σχέδια της κυβέρνησης δεν αποκαλύφθηκαν πριν τα μέσα του καλοκαιριού, οπότε και φανερώθηκε ότι με τον όρο «μετεγκατάσταση» δεν εννοούσε τίποτε άλλο παρά τον εκτοπισμό σε στρατόπεδα συγκέντρωσηςΤο γεγονός ότι οι ΗΠΑ πολεμούσαν πια το Γ' Ράιχ στην Ευρώπη δεν τις εμπόδιζε να δανείζονται τις μεθόδους του στο εσωτερικό τους. 

Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ήταν συμπλέγματα από στρατώνες χτισμένα σε ερημικές τοποθεσίες, μακριά από κατοικημένες περιοχές και χωρίς καμία πρόβλεψη για τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν εκεί. Περιβάλλονταν από συρματοπλέγματα και φρουρούνταν από «ένοπλους, νευρικούς στρατιώτες» με εντολές να πυροβολούν για να σκοτώσουν σε περίπτωση απόδρασης. Μόνο τα κρεματόρια έλειπαν για να συναγωνιστεί η αμερικανική δημοκρατία την χιτλερική θηριωδία. Από τις περιγραφές των ίδιων των εκτοπισμένων μαθαίνουμε πως η άφιξή τους στα στρατόπεδα της ντροπής, συνοδεύτηκε από ένα τρομερό σοκ, απώλεια πίστης στην κυβέρνηση αλλά και την πατρίδα τους.  

Απάτριδες πια μέσα στην ίδια τους τη χώρα, έζησαν εκεί, ταπεινωμένοι και εξευτελισμένοι, χωρισμένοι συχνά από τα μέλη της ίδιας τους της οικογένειας, για τέσσερα χρόνια. Τα προχειροκτισμένα κτίρια των στρατοπέδων δεν είχαν κανενός είδους μόνωση και άφηναν τους έγκλειστους εκτεθειμένους στον καιρό. Ολόκληρες οικογένειες έμεναν σε ένα μόνο δωμάτιο μέσα σε παντελή έλλειψη ιδιωτικότητας και ελευθερίας. Οι χώροι που προορίζονταν για την προσωπική υγιεινή των εκτοπισμένων ήταν κοινόχρηστοι. Τα στρατιωτικής ποιότητας γεύματα σερβίρονταν σε πολύ μικρές μερίδες, ακόμη και γι' αυτούς που ήταν επιφορτισμένοι με τις βαριές εξωτερικές δουλειές. Είχαν ως βάση το άμυλο (πατάτες και ψωμί) χωρίς να υπάρχει κάποια πρόβλεψη για όσους είχαν προβλήματα υγείας. 



 
Το γάλα ήταν όνειρο για τον καθένα πάνω από την ηλικία των 5 ετών, ενώ το κρέας σερβίρονταν μια φορά στις δώδεκα μέρες. Έγκλειστοι πίσω από τα συρματοπλέγματα υποχρεώθηκαν να δουλεύουν και να διατηρούν τις καθημερινές ασχολίες μιας ζωής που τους είχε αφαιρεθεί βάναυσα και αναίτια. 




Οι περισσότεροι υπέμειναν στωικά τις ταπεινώσεις και τις κακουχίες, λειτούργησαν σχολεία για τα παιδιά, εξέδιδαν εφημερίδες και όταν οι αρχές τους το επέτρεπαν, οργάνωναν ψυχαγωγικές εκδηλώσεις.  









Δυστυχώς, όμως, δεν ήταν λίγοι αυτοί που πέθαναν λόγω της ελλιπούς ιατρικής φροντίδας ή της επιβάρυνσης της ψυχικής τους υγείας λόγω εγκλεισμού. Όσοι δε μπορούσαν να αποδεχτούν αυτήν την ανθρώπινη εξαθλίωση και δοκίμασαν να αποδράσουν, σκοτώθηκαν επιτόπου.  

Επί τέσσερα χρόνια οι άνθρωποι αυτοί κρατούνταν και εξευτελίζονταν, στιγματισμένοι με την αναπόδεικτη κατηγορία της προδοσιας. Η αμερικανική δικαιοσύνη αποδείχτηκε κουφή και τυφλή στο ανθρώπινο αυτό δράμα. Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ μόνο σε μία από τις αγωγές που υποβλήθηκαν από Ιάπωνες Αμερικανούς πολίτες ενάντια στο μέτρο του εκτοπισμού, αποφάνθηκε ότι η κράτηση ενός νομοταγούς πολίτη ήταν παράνομη, χωρίς να διατάξει παράλληλα την παύση της κράτησης του(!). 

Η λήξη του εκτοπισμού και το κλείσιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης δεν ανακοινώθηκε παρά στα μέσα Δεκέμβρη του 1944, ενώ η απόφαση ξεκίνησε να εφαρμόζεται σταδιακά από το Γενάρη του 1945. Οι έγκλειστοι ελάμβαναν ως αποζημίωση της ανθρώπινης ταπείνωσης την οποία είχαν βιώσει 25 δολάρια και το εισιτήριο του τρένου της επιστροφής... 


Ο επαναπατρισμός και η επανένταξη στις κοινωνίες από τις οποίες είχαν βάναυσα ξεριζωθεί πριν από τέσσερα χρόνια ήταν ένας νέος Γολγοθάς. Οι περισσότεροι βρήκαν τις κινητές και ακίνητες περιουσίες τους κατεστραμμένες ή κατασχεμένες. Η προηγούμενη ζωή τους, όπως τη θυμούνταν, είχε μηδενιστεί και χρειάστηκε να ξεκινήσουν ξανά από το τίποτε.  



Η προκατάληψη εναντίον τους ήταν έντονη και για πάρα πολλά χρόνια έφεραν το στίγμα του προδότη. 

Μόλις το 1983 μια Επιτροπή του Αμερικανικού Κογκρέσου αποφάνθηκε ότι: «Η έκδοση του προεδρικού διατάγματος 9066 δεν ήταν επιβεβλημένη από στρατιωτική αναγκαιότητα. Οι πράξεις που τελέστηκαν ως απόρροια του διατάγματος αυτού στερούνταν στρατιωτικής τεκμηρίωσης. Τα ιστορικά αίτια που επέβαλλαν τις πράξεις αυτές ήταν ο φυλετικός ρατσισμός, η πολεμική υστερία και η αποτυχία της πολιτικής ηγεσίας να σταθεί στο  ύψος των περιστάσεων». 

Αργότερα οι ΗΠΑ υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν αποζημιώσεις 2,6 δις δολαρίων στους ίδιους ή σε συγγενείς τους για την ταπείνωση που είχαν υποστεί και τις περιουσίες που είχαν χαθεί...

You May Also Like

0 comments

Το μήνυμα σας