Αλέκος Μάρκελλος: «Με τον Ερμή ξεπέρασα τον θάνατο για πλάκα»
«Δεν έφυγα από την Ελλάδα, με έδιωξε»
Συνέντευξη στη Γεωργία Λινάρδου
Οταν άνοιξα μία από τις φωτογραφίες που έστειλε στο e-mail μου, για λίγο σάστισα. Εμεινα να παρατηρώ τον πιτσιρικά που κρατά ο Αλέκος Μάρκελλος στην αγκαλιά του, το μικρό του πρίγκιπα, τον Ερμή. Γελάνε. Και είναι το γέλιο τους τόσο δυνατό, ώστε μπορώ να το ακούσω. Ν' ακούσω τη φωνούλα του παιδιού που μια μέρα το βούτηξε η μάνα του κι ο πατέρας του, το έβαλαν σ' ένα αεροπλάνο κι έφυγαν στην Αυστραλία για μια καλύτερη ζωή...
Συνέβη λίγο αργότερα απ' όταν ο γιος του Αλέκου διαγνώστηκε με το Φάσμα του Αυτισμού στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κι εκείνος ρώτησε σοκαρισμένος την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου τι πρέπει να κάνει για το καλό του παιδιού του. Εκείνη του απάντησε: «Ε, να το ψάξετε, πρέπει να τον βοηθήσετε».
Θυμάται εκείνη τη μέρα «ως την τελευταία φάλτσα νότα μιας πεθαμένης χώρας. Η τραγικότερη, αλλά όχι η μόνη».
«Για να έρθω στην Αυστραλία και να προλάβει το παιδί ένα σημαντικό πρόγραμμα, που έκανε τη διαφορά, χρειάστηκε να πάρω εντολή εισαγγελέα, για να πληρωθώ χρήματα που μου χρωστούσαν από τα επεισόδια της σειράς "Η Μεγάλη Αλλαγή" στην ΕΡΤ. Καμία αυταπάτη. Στο αεροπλάνο κοιμήθηκα ήσυχος, πριν καν απογειωθεί από την Αθήνα».
Τι πήρες από την ιστορία με τον Ερμή;
«Ο εγωισμός και ο εαυτός μας δεν είναι δυνατόν να χαράσσουν το μονοπάτι μας, γιατί υπάρχει πάντα κάτι καλύτερο, αξιολογότερο από αυτό που θεωρούμε καλό, για να δοθούμε, και μας ξεπερνά. Ο εγωισμός είναι η αρρώστια σήμερα. Με τον Ερμή ξεπέρασα το θάνατο για πλάκα. Πολυτεχνίτης Ποιος είναι ο Αλέκος Μάρκελλος; Λέει πως υπήρξε αγρότης, οικοδόμος, βιομηχανικός εργάτης, χημικός καυσίμων, ξενοδόχος, dj, «μπαράκιας», επιχειρηματίας και «από χόμπι δημοσιογράφος».
Χειμαρρώδης.
Εχει πείσει τον εαυτό του πως ποτέ δεν έκανε αυτό που ήθελε.
Γιατί έφυγες από την Ελλάδα;
«Δεν έφυγα, με έδιωξε...»
Γεννήθηκε στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας το 1965. Μετανάστης το '57 ο πατέρας του από την Ελλάδα, το ίδιο και η μάνα του από την Αγγλία. «Επέστρεψε για επίσκεψη ο πατέρας το '66, άφησε πίσω τη μάνα να δουλεύει το πρατήριο βενζίνης στο Σίδνεϊ. Ηθελε να γνωρίσουν οι γονείς του τουλάχιστον τον αδερφό μου, το εγγόνι τους. Δεν άντεξε να γυρίσει, κάλεσε τη μάνα να έρθει στην Ελλάδα. Με έφερε στην Κόρινθο δύο μηνών, Φλεβάρη του '66. Τι ηρωίδα. Θυμάμαι να τη δέρνουν γιατί δεν ήξερε να φτιάχνει παστίτσιο, γιατί τους τύλιξε το γιο. Αργότερα, πολύ άδικα αργότερα, την αγάπησαν. Δεν ήταν κακοί, αντίθετα, ήταν καλοί. Το πολιτισμικό σοκ όριζε στάσεις ζωής. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ, πολύ φτωχά και αγροτικά. Στα επτά μου πήγαινα στο κτήμα να μαζέψω πορτοκάλια και μετά στην τάξη στο σχολείο με έδερναν οι δάσκαλοι γιατί κοιμόμουν. Ενας, επί χούντας, με έδειρε άγρια, επειδή ήμουν ξανθός και στην παρέλαση δεν φόρεσα στολή τσολιά, παρ' όλο που ήταν υποχρεωτικό. Σκληρά, όμορφα με τον τρόπο τους, παιδικά χρόνια».
Πώς είναι η Αυστραλία στην καθημερινότητά της;
«Προχθές, καθ' οδόν προς το σχολείο του παιδιού, κλειστός ο δρόμος, περιπολικά, ταινίες. Ατύχημα, σκέφτηκα. Ρωτάω μια αστυνομικίνα και μου απαντά: Είναι μια τραυματισμένη αλεπουδίτσα στο δρόμο, μη ρισκάρουμε, έρχεται το ασθενοφόρο, συγγνώμη για την ταλαιπωρία. Εχει και πολλά κακά, αλλά ας είχε η Ελλάδα το 1% από τα καλά της και τα συζητάμε».
Τώρα, τι συζητάμε;
«Πολλά. Ενα από αυτά: ταρίφας στο Ελληνικό. Επέστρεφα από το Λονδίνο. Εγώ, ξανθός με κοστούμι, ο ιδανικός βλάκας τουρίστας. Με ρωτά στα αγγλικά: Πού πάμε;. Απαντώ στα αγγλικά: Σύνταγμα, Μεγάλη Βρετανία. 25.000 δραχμές για μία διαδρομή 300 δραχμών! Με σπαστά αγγλικά μού είπε πως είναι μαλακία ξενοδοχείο και πρότεινε να με πάει σε ένα καλύτερο του ξαδέρφου του στην Ελευσίνα, που έχει και πουτάνες. Στο Σύνταγμα είδα ένα περιπολικό και του λέω ελληνικότατα: Μεγάλε, για πιάσε δεξιά πίσω από το φάρο, θα σε σκίσω. Την επόμενη μέρα μου ζήτησε ο Κακαουνάκης να του τη χαρίσω, είχε φαμίλια κ.λπ. Δεν... (τον Νίκο, για δικούς μου λόγους, τον εκτίμησα αργότερα, ελαφρύ να 'ναι το χώμα...). Τι έχω αγαπήσει στον Ελληνα; Μα την απέραντα πανέμορφη ψυχή του αυθόρμητου, το απρόβλεπτό του, τον Ζορμπά. Τη δική του αλήθεια για τη ζωή, πέρα από κράτη και κυβερνήσεις, τον Σεφέρη και τον Καζαντζάκη του καθημερινού ανθρώπου. Αλλά οι πολλοί έχουν μέσα τους πολλή αμορφωσιά και εμπάθεια. Αυτά τους χάλασαν...»
Οι ρίζες
Θα επιστρέψεις;
«Μου λείπει η θάλασσα και η φυσική ομορφιά της. Αγαπάω τον τόπο και την Ιστορία του. Το ηχόχρωμα, το δείλι. Τις ρίζες μου. Θα ξανάρθω μόνον ως Αυστραλός πολίτης και θα ξαναφύγω. Θα έρθω, γιατί θα χρειαστεί να αποχαιρετήσω ανθρώπους. Η μάνα δεν άντεξε, ο πατέρας δύσκολα. Ο ένας αδερφός κατέρρευσε. Τίποτε διαφορετικό από την αλήθεια ενός πονεμένου τόπου. Και θα ξαναφύγω».
Εκαψες το διαβατήριό σου;
«Είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιος την ένταση που μου προκαλεί η καταστροφή που έχει συντελεστεί σε τόσους αγαπημένους ανθρώπους εκεί. Καλούς ανθρώπους. Αυτή η επιλογή σιγόβραζε μέσα μου με κάθε μέιλ, μήνυμα, κατάρρευση ή αυτοκτονία ανθρώπων, που έκαναν απλά καλό στην Ελλάδα. Είναι μια πατριωτική επιλογή -όπως την εννοώ- να μη θεωρώ τον εαυτό μου Ελληνα αυτής της Ελλάδας και να πορευτώ μαζί με τους αχρείους, που ακόμη ανέχεστε. Ξέρω τόσο παρασκήνιο ξεφτίλας, που -απέναντι στη συνείδηση και τις αρχές μου- δεν πήγαινε άλλο. Ναι, το έκαψα...»
Πηγή: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ-ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
0 comments
Το μήνυμα σας