Μάριο Βίττι: «Τα πράγματα φτωχαίνουν»
Πως επιζεί η ανθρωπότητα, σύμφωνα με τον Ιταλό ερευνητή της νέας ελληνικής φιλολογίας Μάριο Βίττι;
Γράφει η Αιμιλία Πανταζή
«Οι δυσκολίες γεννούν καινούργιες ανάγκες και αντιμετωπίζουμε διαφορετικά την πραγματικότητα. Έτσι επέζησε η ανθρωπότητα. Επειδή μπορεί και αναδημιουργείται, ξαναγεννιέται. Για να μην πούμε για τον Χριστό που ανασταίνεται, και αυτός είναι ο πιο μεγάλος μας πόθος…»
Ο Ιταλός νεοελληνιστής Μάριο Βίττι, (Mario Bitti) ως άλλος ταξιδευτής του χρόνου, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την γενιά του ‘30, χωρίς να λησμονεί τις προγενέστερες και μεταγενέστερες γενιές. Τι έχει αλλάξει σήμερα από τότε;
«Τα πάντα. Έχει γίνει μια μεγάλη επανάσταση από τη γενιά τη δική μου και μετά... Η λαχτάρα να συναντήσεις τον άλλον είναι από τις πιο μεγάλες συγκινήσεις, μεγαλύτερη και από τη σωματική επαφή. Αν λείπει η λαχτάρα, η σωματική επαφή είναι πολύ φτωχή. Λείπει η ψυχή. Φτωχαίνουν νομίζω τα πράγματα. Δεν λέω φτηναίνουν, φτωχαίνουν», αναφέρει σε συνέντευξή του στην Καθημερινή.
Ο Μάριο Βίττι έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του μέσα στην ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης. Γεννημένος το 1926 από πατέρα Ιταλό και μητέρα ελληνικής καταγωγής, μιλούσε και έγραφε από πολύ νωρίς εξίσου καλά και στις δυο γλώσσες. Με την προτροπή του καθηγητή Δημήτρη Μάνου, ξεκινά να εισχωρεί στην μελέτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας και να αρθρογραφεί στο περιοδικό «Τέχνη» της Πόλης. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου όλη η οικογένεια μετακομίζει στην Ιταλία και ο ίδιος σπουδάζει φιλολογία στη Ρώμη, ενώ γνωρίζεται με τους σπουδαίους Ιταλούς ποιητές, Ουγκαρέτι και Κουαζίμοντο.
Από το 1957, ξεκινά η συνεργασία του με το Πανεπιστήμιο της Νάπολης L'Orientale, ενώ το 1968, τιμάται με το διορισμό ως μόνιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο.
Δίδαξε σε αξιόλογα Πανεπιστήμια του Παρισιού, Γενεύης, Θεσσαλονίκης και Τοσκάνης, ενώ ολοκλήρωσε την ακαδημαϊκή διδασκαλία στη μεσαιωνική πόλη Βιτέρμπο, στα βόρεια περίχωρα της Ρώμης, όπου περνά τον περισσότερο χρόνο απασχολούμενος, όπως λέει, «με τα αγαθά της γης και των γραμμάτων».
Η καθιέρωσή του ως ο σημαντικότερος νεοελληνιστής με πλούσιο συγγραφικό και ερευνητικό έργο πραγματοποιήθηκε πολύ γρήγορα. Οι μεταφράσεις του στα ιταλικά, Ελλήνων λογοτεχνών, όπως Σεφέρης, Ελύτης, Καζαντζάκης, αποτελούν πλούσια παρακαταθήκη.
«Ο Βίττι έφερε καινούργια πράγματα στη μελέτη της λογοτεχνίας μας γονιμοποιώντας - όχι μόνο με τη μέθοδό του αλλά και με τον τρόπο γραφής του - τόσο την πανεπιστημιακή φιλολογία όσο και την εκτός του ακαδημαϊκού πεδίου λογοτεχνική κριτική. Η συνεισφορά του είναι ερευνητική, ερμηνευτική-κριτική και ιστοριογραφική.» λέει γι αυτόν ο Νάσος Βαγενάς, καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τα έργα του: το δράμα του Μοντσελέζε «Ευγένα» (1965), «Στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι» (1977), «Έρωτος αποτελέσματα» (1993) και 2 τόμους κειμένων του Ανδρέα Κάλβου. Επίσης, ανέλυσε έργα αποφασιστικής σημασίας για την πορεία της λογοτεχνίας, ιδιαίτερα της ηθογραφίας («Ιδεολογική λειτουργία της ελληνικής ηθογραφίας», 1974) και του μοντερνισμού («Η Γενιά του Τριάντα: ιδεολογία και μορφή», 1977).
Ο Μάριο Βίττι έζησε για 2 χρόνια στην Αθήνα (1951 ως και 1952). Γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με πολλούς ποιητές, πεζογράφους, ζωγράφους και άλλους δημιουργούς.
Η σχέση του με τη φωτογραφία ακόμη μια ενδιαφέρουσα ενασχόληση. Ο φωτογραφικός του φακός ταξίδεψε σε Αθήνα, Παρίσι, Ύδρα, Ρώμη, για να αποτυπώσει σπάνιες προσωπικές στιγμές από αγαπημένα πρόσωπα: Σεφέρης, Ελύτης, Τσίρκας, Αναγνωστάκης, Μυριβήλης, Μόραλης, Βασιλείου, Κατσίμπαλης, Ντε Κίρικο ήταν μερικοί από αυτούς.
Εξομολογείτε την αίσθηση που του αφήνει το τότε με το τώρα…
«Είναι μια παράξενη αίσθηση να μπαίνω στα σπίτια όπου πριν σύχναζα και τώρα είναι μουσεία. ΄Η, ακόμα χειρότερα, τα ονόματα των φίλων μου να γίνονται ονόματα δρόμων τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα. Στον Ντε Κίρικο, που πήγαινα και έτρωγα, πλήρωσα εισιτήριο για να επισκεφθώ την τραπεζαρία του!»
Ποια η γνώμη του για την σημερινή κρίση;
«Στην Ιταλία κλείνουν τα μικρά μαγαζιά και αυξάνονται ραγδαία τα μαγαζιά πολυτελείας. Σε περιόδους κρίσης, οι πλούσιοι γίνονται πιο πλούσιοι… Από την άλλη, οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετήσουν πολιτιστικές ανάγκες λειτούργησαν με πάρα πολλά λεφτά και πάρα πολλές σπατάλες. Δηλαδή κάποιοι, πολιτευόμενοι, εκμεταλλεύτηκαν μια συνθήκη για να βγάλουν χρήματα. Ένας φορέας στην Ελλάδα που προωθεί το ελληνικό βιβλίο στο εξωτερικό είναι πολύ χρήσιμος, αλλά τι γίνεται όταν τα χρήματα που δαπανώνται δεν φτάνουν πάντα στον προορισμό τους; Και στην Ιταλία συνέβαινε το ίδιο. Τι γίνεται τώρα, λοιπόν, με τους θεσμούς που δεν έχουν χρήματα αλλά είναι αναγκαίοι; Αρχίζει και δουλεύει η φαντασία και ερεθίζεται η δημιουργικότητα. Αυτό που λένε οι αισιόδοξοι, ότι στην καταστροφή δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για βελτίωση, είναι αλήθεια. Γιατί μπορεί να επιβιώσουν μόνον εκείνοι που έχουν αξία και να χαθούν τα παράσιτα.»
Ολόκληρη τη συνέντευξη του Μάριου Βίττι μπορείτε να διαβάσετε στην Καθημερινή.
0 comments
Το μήνυμα σας