Λάμπρος Μουστάκης: «Πες μου τι λάθος έκανα»;
Γεννήθηκε στη Βραζιλία από Ελληνες γονείς. Σπούδασε, μιλάει πέντε γλώσσες, έγινε τεχνίτης, δούλεψε σκληρά, απέκτησε οικογένεια. Δείτε το βίντεο.
Της Γεωργίας Λινάρδου
Άνεργος, άστεγος, χαμένος. Η «σωτηρία» κάποια στιγμή από το Δήμο Αθηναίων.
Είναι η πρώτη του βραδιά στο δρόμο. Περασμένα μεσάνυχτα, σηκώνει το κεφάλι ψηλά ζητώντας εξηγήσεις από τον «Μεγάλο»:
«Πες μου, τι λάθος έκανα κι έφτασα σ' αυτό το σημείο; Μια ζωή δούλευα, δεν μου έλειψε ποτέ κρεβάτι, ποτέ ένα ποτήρι νερό. Και τώρα...».
Το κλάμα τον γυρίζει πίσω στη μάνα του, που πια δεν ζει, στα παιδιά του, που βρίσκονται μακριά, και τον γυρίζει πάλι στον εαυτό του: «Λάμπρο, ήρθε το τέλος σου»!
Ο Λάμπρος Μουστάκης, γεννημένος στη Βραζιλία από Ελληνες γονείς, να σπουδάσει δικηγόρος ήθελε, αλλά έγινε τεχνικός ελεγκτής ποιότητας κρεάτων. Από το Σάο Πάολο, στα σφαγεία της Αργεντινής.
Έπειτα από δώδεκα χρόνια σκληρής δουλειάς, και καλής ζωής, η Αργεντινή χτυπιέται από την κρίση και όλα καταρρέουν. Επιστρέφει στη Βραζιλία. Κρίση κι εκεί, όμως δουλεύει. Με τη Βραζιλιάνα σύζυγό του αποκτούν δύο κορίτσια, τη Φερνάντα και τη Φαμπιάνα. Η κρίση βαθαίνει κι εκείνος μένει άνεργος. Η οικογένεια διαλύεται.
Το 1997 αναζητά μια καλύτερη τύχη στην τότε εύπορη πατρίδα μας. Γνωρίζει και πέντε ξένες γλώσσες, κάτι θα βρει να κάνει.
«Εδώ δεν έχουμε αγελάδες όπως στην Αργεντινή, έχουμε ανθρώπους», του λέει ένας συγγενής που τον στέλνει για δουλειά σε ένα ξενοδοχείο της Αθήνας. Συχνά παίρνει το αεροπλάνο και πάει στα κορίτσια του. Έχει νοικιάσει και μια γκαρσονιέρα από τον κύριο Σόλωνα. Όμως, το 2009 η κρίση χτυπά και τη χώρα μας.
«Ήρθε το ΔΝΤ πάλι;» «Ήρθε το ΔΝΤ πάλι;».
Το ξενοδοχείο κλείνει και ο Λάμπρος μένει άνεργος. Για ένα χρόνο ζει με το επίδομα των 410 ευρώ. Πληρώνει ενοίκιο, ρεύμα, κοινόχρηστα, του μένουν και 150 ευρώ να ζήσει.
«Περνά ο χρόνος του Ταμείου, δεν βρίσκω δουλειά. Αρχίζω να χρωστώ στον ιδιοκτήτη, αλλά ο κύριος Σόλων καταλαβαίνει».
Αυτά που μου χρωστάς ξέχνα τα, του λέει, αλλά σε ένα μήνα να φύγεις από το σπίτι. Για λίγες μέρες έμεινε στο σπίτι ενός φίλου, μέχρι που αναγκάστηκε να φύγει ξανά.
«Εκείνο το φεύγα, όμως, ήταν να βγω στο δρόμο», θυμάται. Πηγαίνει στην πλατεία Βικτωρίας, όπου ένας γνωστός είχε προποτζίδικο.
«Μπορείς να με αφήνεις να κάνω ένα μπάνιο στο υπόγειο και ν' αλλάζω ρούχα;». Δεν μπορούσε να τον αφήνει να κοιμάται εκεί.
«Να έρχεσαι όταν ανοίγω, να πηγαίνεις για καμιά δουλειά, θα σου δίνω λίγα χρήματα, το μεσημέρι να κάνεις το μπάνιο σου και να κοιμάσαι μέχρι να κλείσω».
«Κάθε βράδυ έπαιρνα το σκουτεράκι μου και πήγαινα στο Σύνταγμα. Στην πλατεία Βικτωρίας ήταν επικίνδυνα. Όλη νύχτα καθόμουν σε μια καρέκλα έξω από τα Mac Donalds χαζεύοντας όποιον περνούσε από μπροστά μου».
Είκοσι νυχτιές σε μια καρέκλα. Μέχρι που κάποιος ενημέρωσε τις υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων και βρέθηκε θέση για τον Λάμπρο στον ξενώνα του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ). Κι εκεί που νομίζεις πως είσαι τελειωμένος, «ένα φως σε σπρώχνει σε ένα δωμάτιο, ένα μπάνιο, ένα πιάτο φαΐ».
Φιλοξενείται στο ξενοδοχείο Lido. Τον πρώτο καιρό έβγαζε κάνα μεροκάματο κάνοντας μεταφράσεις όπου τον έστελναν άνθρωποι του δήμου. Πια, μεροκάματα δεν υπάρχουν. Η επικοινωνία με τη Φαμπιάνα και τη Φερνάντα γίνεται μέσω Ιντερνετ με τη βοήθεια του Ιδρύματος.
Εδώ και ένα χρόνο ζει για τη Θεατρική Ομάδα των Αστέγων που δημιούργησε ο ηθοποιός Παναγιώτης Δορλής, ο οποίος εργάζεται στο ΚΥΑΔΑ. Βοηθά εθελοντικά και στο συσσίτιο του Ιδρύματος: «Αυτό με βοήθησε να μη χάσω το μυαλό μου»!
Πίσω του κλείνει η πόρτα του Ιδρύματος κι εγώ νομίζω ότι ακούω τους υπαλλήλους την ώρα διαλογής των ρούχων που τους πηγαίνουν για τους άστεγους, να φωνάζουν: «Αυτά τα μεγάλα παπούτσια αφήστε τα για τον Λάμπρο»...
0 comments
Το μήνυμα σας