• ΑΡΧΙΚΗ
  • ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
  • ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Press Workers

Πολιτικές ιστορίες και άλλα... θεάματα



Η θυελλώδης σχέση του Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ και της εκρηκτικής μποέμ Κονσουέλο έμεινε στην αιωνιότητα… 
Εκείνος αεροπόρος και συγγραφέας. Εκείνη καλλιτέχνης, συγγραφέας, μια εκρηκτικά αισθησιακή γυναίκα από το Σαλβαδόρ. 

«Αγαπώ τα χέρια σας και θέλω να τα έχω μόνο δικά μου...» της είπε κατά την διάρκεια μιας πτήσης πάνω από το Μπουένος Άιρες το 1930. 

Και λίγο αργότερα… ««Φίλησε με ή ρίχνω το αεροπλάνο»… 

Eκείνη αφέθηκε στην.. «αιωνιότητα» του παράτολμου τυχοδιώκτη Εξυπερύ... 

Τον αγαπούσαν οι γυναίκες τον Αντουάν. Εκείνη πάλι, όταν τον γνώρισε πετούσε από έρωτα σε έρωτα. 

Γάμοι, έρωτες, χωρισμοί και… 

«Κονσουέλο αγάπη μου, δεν καταλαβαίνεις πόσο με κάνεις να υποφέρω»… 

«Κλαίω με συγκίνηση, φοβάμαι τόσο πολύ να εξοριστώ από την καρδιά σου...», του απαντά εκείνη σε μία από τις περίφημες επιστολές που ξεκίνησε να γράφει ο ένας στον άλλον μετά από την μοιραία πτήση πάνω από το Μπουένος Άιρες οπότε συναντήθηκαν για πρώτη φορά… 

Παντρεμένοι και οι δύο, χωρίζουν και παντρεύονται… 

«Παρακολουθούσα τα χέρια του, δυο υπέροχα, πανέμορφα χέρια, νευρώδη, λεπτά και δυνατά μαζί. Χέρια σαν του Ραφαήλ. Αποκάλυπταν τον χαρακτήρα του. Φοβόμουν, κι όμως του εμπιστευόμουν τη ζωή μου»..

Ξεκινά μια έντονη, επεισοδιακή σχέση πάθους με έντονους διαπληκτισμούς και συχνά διαστήματα χωρισμού… 

Σε έναν από τους πολλούς χωρισμούς τους, η Κονσουέλο τον εγκαταλείπει. 

Είναι στο πλοίο για Γουατεμάλα όταν της φέρνουν ένα τηλεγράφημα: «Αεροπορικό ατύχημα στη Γουατεμάλα. Ο Σαιντ Εξυπερύ, κινδυνεύει να πεθάνει». Ψάχνει να τον βρει και μένει δίπλα του μέχρι να αναρρώσει. 

Κατόπιν η Κονσουέλο επιστρέφει στη Νέα Υόρκη. Άλλωστε, το να περιμένεις τον Αντουάν είναι αβάσταχτο… 

Στη Νέα Υόρκη ακολουθεί μία τρελή ζωή για την ίδια. Ο ένας έρωτας μετά τον άλλον για να τον ξεχάσει. 

Την αποζητά, συναντιούνται αλλά τα πράγματα δεν είναι όπως τα περιμένει η Κονσουέλο. 

Αποφασίζουν να χωρίσουν οριστικά. Στο γραφείο του δικηγόρου για το διαζύγιο, ο Εξυπερύ σηκώνεται και την αγκαλιάζει… «Στο διάβολο οι νόμοι, σ’ αγαπάω...» 

Λίγο καιρό αργότερα γεννιέται ο «Μικρός Πρίγκηπας»… 

Είναι 31 Ιουλίου 1944 ο Εξυπερύ απογειώνεται από το Μπογκό της Κορσικής. Έχει μαζί του μια φωτογραφία της Κονσουέλο από μια ερωτική νύχτα που είχαν περάσει στη Νέα Υόρκη. Του γράφει στο πίσω μέρος της φωτογραφίας: «Μη με χάσεις, μη χαθείς. Σε περιμένω». 

«Κονσουέλο σε ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου που υπήρξες γυναίκα μου. Αν σκοτωθώ, έχω κάποιον να με περιμένει για αιωνιότητα» »... 

Ο Εξυπερύ δεν θα επιστρέψει ποτέ...
Ιουνίου 27, 2025 No comments

Τα περίφημα «Αγροτικά» του Θεσσαλού Θωμά Μπακαλάκου σε στίχους Διονύση Τζεφρώνη και ερμηνεία Βασίλη Παπακωνσταντίνου, θα μπορούσαν άριστα να συνοδεύσουν τις εξελίξεις με τον ΟΠΕΚΕΠΕ… 

Κάποιοι έπεσαν από… τα σύννεφα. Και καλά… 

«Ήρθε ο βουλευτής στο χωριό, 
βόλτες από κει και από δω, 
μοιράζει υποσχέσεις στους αγρότες, 
θα σας γλιτώσουμε από τη δυστυχία, 
νερό θα φέρουμε θα φτιάξουμε σχολεία, 
κι όσο για τα φτωχά κορίτσια σας γαμπρούς εμείς θα βρούμε...» 

 

Σα να μην πέρασε μια μέρα από τις 14 Δεκεμβρίου του 1975 οπότε και κυκλοφόρησε ο δίσκος ο οποίος αν και ήταν έτοιμος από το 1973, η Χούντα απαγόρευσε τόσο την έκδοσή του όσο και την δημόσια εκτέλεσή των τραγουδιών του… Παρ’ όλα αυτά ο Μπακαλάκος παρουσίασε παράνομα ορισμένα τραγούδια σε μία μπουάτ στην Πλάκα τον Αύγουστο του 1973. 

«Ήρθε ο βουλευτής στο χωριό βόλτες από κει και από δω μοιράζει υποσχέσεις στους αγρότες, 
θα γίνει αύξηση τιμής των προϊόντων, 
θα αυξηθούν και οι συντάξεις των γερόντων, 
νοσοκομεία θα σας χτίσουμε οι εκλογές ζυγώνουν». 

Ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Μπακαλάκος ή αλλιώς ο «Μπομπ Ντίλαν» των αγροτών, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ΠΑΣΠ, μέλος του ΠΑΣΟΚ και πέρασε από διάφορες θέσεις μέχρι να σηκωθεί κάποιο φεγγάρι μπροστά από τον Ανδρέα Παπανδρέου για να του υποβάλλει την παραίτησή του από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.

Δώδεκα χρόνια πριν σε μία συζήτηση με την Βίκυ Φλέσσα στη ΝΕΤ.

   

«Μπήκε ο βουλευτής στη βουλή βόλτες από δω και από κει 
θρονιάστηκε σαν διάνος στην Αθήνα 
και μην τον είδατε το φίλο τον λεβέντη 
απ’ το χωριό μας δεν περνάει ούτε για γλέντι 
και όσα μας είχε τάξει ήταν λαγοί με πετραχήλια.»

Γ.Λιν
Ιουνίου 27, 2025 No comments


Αν μπορεί να διαβάζει από κει πάνω ή απ’ όπου είναι την παρακάτω είδηση, όσοι τον γνώριζαν φαντάζονται την αντίδρασή του: «Μνημείο για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο στα Κοιμητήρια της Ευαγγελίστριας: Με απόφαση του δήμου Θεσσαλονίκης μετακομίζουν τα οστά του...» 

Αλλά και όσοι δεν τον γνώριζαν, είναι ευρέως γνωστό πως ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος -όσο ζούσε- σιχαινόταν βραβεία, τιμές κτλ. Ακόμη και την σύνταξή του είχε αρνηθεί! 

«Ένα άγγιγμα μονάχα δεν αρκεί
ένα κορμί μονάχα
πέφτει λίγο
θέλουμε πιο πολλά
θέλουμε χώμα...»

Ερωτική, συναισθηματική η σχέση του με το... χώμα. Πως ν' αντέξει... πως να χωρέσει σ' ένα μνημείο... πως να δεχθεί ένα βραβείο...

Το 2012 σε ηλικία 81 ετών τιμήθηκε με το Βραβείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών για την συνολική του προσφορά. 

Φυσικά το αρνήθηκε... 

«Παίρνω βραβείο σημαίνει αποδέχομαι πνευματικά αφεντικά και κάποια στιγμή πρέπει να απαλλαγούμε από τα αφεντικά», δήλωνε τότε.

 Και το 2011 αρνήθηκε να παραλάβει το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας… «δεν θέλω ούτε τα βραβεία τους, ούτε τα λεφτά τους...» 

Το 1989 έγραφε: 
«Είναι το κείμενο, είμαι εγώ ο ίδιος, όλη η στάση ζωής μου. Ξέρω, είμαι στριμμένος. Πάντα ήμουν. Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ' όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ' το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο "υπείροχον έμμεναι άλλων", που μας άφησαν οι αρχαίοι… Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερού μου – και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από τη συγκατάβαση των μεγάλων. Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα;» 

Τι θα σκέφτεται από κει πάνω ή απ’ όπου είναι ο ποιητής όταν διαβάζει πως:
«Μετακομίζει» μετά θάνατον ο πλέον «συζητημένος» ποιητής των τελευταίων χρόνων, μελετητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, Ντίνος Χριστιανόπουλος, από τα Κοιμητήρια Αναστάσεως του Κυρίου της Θέρμης στα Κοιμητήρια της Ευαγγελίστριας, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το δημοτικό συμβούλιο του δήμου Θεσσαλονίκης στην προσεχή του συνεδρίαση αναμένεται να εγκρίνει τη δωρεάν «τιμής ένεκεν» εκταφή του Ντίνου Χριστιανόπουλου καθώς και τη δημιουργία μνημείου για την τοποθέτηση των οστών του στα Κοιμητήρια της Ευαγγελίστριας, για λόγους απόλυτης ηθικής αναγνώρισης των δράσεων και των υπηρεσιών που προσέφερε στο έθνος αλλά και στην πόλη της Θεσσαλονίκης την οποία και ανέδειξε»... 

Μιλάμε για τον άνθρωπο που αρνήθηκε να κάνει αίτηση ακόμη και για σύνταξη…

Μεταξύ άλλων, έλεγε στον συγγραφέα και εκδότη Γιώργο Χρονά για το περιοδικό SOUL της ATHENS VOICE ΤΟ 2006: «… θα ξέρεις, βέβαια, ότι εγώ από πολύ νωρίς ήμουν εχθρός των βραβείων, των τιμητικών διακρίσεων και των λογοτεχνικών συντάξεων. Επειδή από πολύ νωρίς είπα ότι δε δέχομαι λογοτεχνική σύνταξη, κράτησα το λόγο μου, δεν υπέβαλα ποτέ αίτηση, με αγνόησε το κράτος, πώς ζω ή αν ζω, και εγώ τους αγνόησα. Και εν πάση περιπτώσει, δεν πέθανα...» 

Εναντίον… Ντίνος Χριστιανόπουλος 

«Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας. 

Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων. Σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και τη δίψα μας για λεφτά· ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας».

σ.σ., καλή η πρόθεση του Δήμου Θεσσαλονίκης αλλά μάλλον ατυχής...

φωτογραφία Άρις Γεωργίου από https://www.hartismag.gr/

Γεωργία Λινάρδου

Ιουνίου 24, 2025 No comments

Τότε που ονειρευόμασταν και δεν είχαμε μία στην τσέπη… Γι’ αυτό έσπευσες ν’ αγοράσεις από νωρίς εισιτήρια για την συναυλία του ΚΚΕ για τα 100 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη, που πραγματοποιείται την Τετάρτη 25 του Ιούνη. 

 

Για να θυμηθείς τα νιάτα σου. 

Τότε που όλα τα όνειρα ήταν μπροστά και δεν «ξεψυχούσαν» πίσω… 

Ανόθευτα… αυθόρμητα...θαρραλέα. 

Όνειρα χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις. 

Όνειρα με ειλικρίνεια και τσαγανό... 

 

Τότε που δεν υπήρχαν κινητά,ίντερνετ, δεν υπήρχαν social media για να εκτονώνεται άμεσα, εύκολα και... απαίδευτα η παραμικρή έκρηξη που ένιωθε η ψυχή σου… 

Τότε υπήρχε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο που κάποιος άφηνε στο γραφείο εν τη απουσία σου και άλλοτε το κρατούσες ρομαντικά ή αδιάφορα και άλλοτε το πετούσες στο καλάθι των αχρήστων δίχως καμία ενοχή... 

Τότε που δεν μετρούσες φόβους, φθηνές δικαιολογίες, κεκαλυμμένες αλήθειες και στην όποια απόρριψη γυρνούσες εύκολα και γρήγορα σελίδα... 

Για να θυμηθείς τότε που ήσουν «σκυλί μονάχο» και σάρωνες τα πάντα στη ζωή, την δουλειά, τις αγάπες, τους έρωτες… 

 

Για να θυμηθείς τις ατέλειωτες γιορτές της ΚΝΕ, τις φασαριόζικες αφισοκολλήσεις, τα γλέντια, τις ζυμώσεις, τα πως και τα γιατί που αν και αδιέξοδα κάποια, μπροστά πίστευες πως σε πήγαιναν. Το αναγνώριζες, το σεβόσουν, αλλά τότε δεν σε ένοιαζε τίποτα. Τα όνειρα ήταν μπροστά... 

Για να θυμηθείς τότε που το μόνον που σε ένοιαζε ήταν να έχεις εισιτήριο για το λεωφορείο. Που σε ένοιαζε μόνον τι ώρα φεύγει το τελευταίο δρομολόγιο για να το προλάβεις. Το προλάβαινες. Επέστρεφες με χαρά, ελπίδα κι ένα τσουβάλι όνειρα πριν πας για ύπνο. Ξυπνούσες με ακόμη περισσότερα. Μαχόσουν. Και δεν σ’ ένοιαζε τίποτα παρά μόνον ένα καλύτερο αύριο… 

 

Έσπευσες να αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία του ΚΚΕ για τα 100 Χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη για να ξαναθυμηθείς την θλίψη που ένιωσες όταν δεν μπόρεσες να πας στην κηδεία του Ρίτσου, για όλους τους δίσκους που έπαιζες στη διαπασών και διαμαρτύρονταν οι γείτονες, για την γυμνή κιθάρα που έπαιζε για χάρη σου ένας από τους πολλούς φευγαλέους έρωτες… ενώ κάποιος άλλος την ίδια ώρα περίμενε στο σταθμό του τρένου μπας και φανείς... 

 

Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για να συναντήσεις ξανά παλιούς γνώριμους, πρώην φίλους, ίσως πρώην εραστές και αγαπημένους για να ξανασυσταθείς… με άλλους όρους, άλλες συνθήκες, άλλη διάθεση, άλλη ψυχή… 

Για να τραγουδήσεις με τους υπόλοιπους, ακόμη κι αν η φωνή σου τόσα χρόνια μετά παραμένει… παράφωνη, για να κάνεις ένα τσιγάρο στα… κλεφτά, για να ξορκίσεις τον φόβο, για να εμπνευστείς κάποιους στίχους, για να χορέψεις δίχως να σε νοιάζει πώς έχει γίνει το κορμί και πως το βλέπουν οι άλλοι… για να επιστρέψεις τα όνειρα στο «εμπρός» όπως τους αξίζει… 

Για να ξενυχτήσεις κι ας έχεις να ξυπνήσεις χάραμα την επομένη για να πας στην δουλειά. 

Για να μην σε νοιάζει -για λίγες ώρες- τίποτα… 

Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για να ακούσεις ξανά: «Μυρσίνη εσύ δοξαστική...» 

...και να ξαναζήσεις το «προ-βάπτισμά της» που έγινε κατά τη διάρκεια μίας νυχτερινής κουβέντας κι ενώ εκείνη ήταν ακόμη στην κοιλιά: «Μυρσίνη; Ωραίο είναι, αλλά γιατί Μυρσίνη; Για την Παναγία την Μυρτιδιώτισσα στα Κύθηρα… Ναι, αλλά: Μυρσίνη εσύ δοξαστική… ο Ελύτης δεν το’ χει γράψει; Ναι ο Ελύτης. Άρα καταλήγουμε: Μυρσίνη!» 

Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για το Καλλιμάρμαρο από νωρίς για να προλάβεις. 

Να πας μαζί με την Μυρσίνη και τα όνειρα σου...


Γεωργία Λινάρδου
Ιουνίου 23, 2025 No comments

Ο έρωτας του Άγγελου Σικελιανού και της Άννας Καμπανάρη - Καραμάνη ήταν θυελλώδης… 

Η Άννα ήταν παντρεμένη με τον κατά 27 χρόνια μεγαλύτερό της γιατρό Γιώργο Καραμάνη, ιδρυτή του πρώτου σανατορίου στο Πήλιο. Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που γνώρισε τον μεγάλο της έρωτα… 

Τον Άγγελο Σικελιανό. 

Γνωρίστηκαν σε μια βραδιά ποίησης στην Κηφισιά και μετά ξανά οι δρόμοι τους χώρισαν. Εκείνη επέστρεψε στον σύζυγό της στο Πήλιο και η ζωή συνεχίζεται περίπου όπως ήταν… όχι όμως για πολύ. 

Ο Σικελιανός νοικιάζει ένα σπίτι στο Πήλιο για να είναι κοντά στην Άννα. Γνωρίζει και τον σύζυγό της με τον οποίον κάνει παρέα… 

Επιστρέφει στην Αθήνα και ξεκινά η αλληλογραφία τους… 

Περιγράφει η Άννα Σικελιανού… 

«Όποιος δεν έχει γνωριστεί με την προσωπικότητα και το έργο του Άγγελου και διαβάσει αυτά τα γράμματα μπορεί να τα θεωρήσει υπερβολές ενός ερωτευμένου άντρα και τότε θα πρέπει να αναβάλει αυτή την ανάγνωση, ώσπου να πειστεί πως ό,τι έγραφε τότε το υπαγόρευε το ήθος του και η πίστη του στον Έρωτα… Αυτά τα γράμματα είναι ένας πύρινος διάλογος με μένα, ή καλύτερα ένας μονόλογος, και πολλές φορές μου εξομολογείται τη βιολογική αναζήτηση του Είναι του, τον επίμονο πόθο του για την πληρότητα στην ένωσή του με το Θεό, με τη Ζωή και με το Θάνατο…» 

Γράφει ο Σικελιανός...

14 Απριλίου 1938 

«Πηγή πηγών, η ένωσή μας είν’ απόλυτη, τελειωτική. Ο κόσμος έχει σβήσει. Αστραπές θεϊκές διαβαίνουνε διαρκώς το νου μου. Το βλεφαροσάλεμά Σου μου σκεπάζει και μου ξεσκεπάζει το βυθό του σύμπαντος και του εαυτού μου. Ο κόσμος τώρα πρέπει να ξαναπλαστεί!» 

18 Απριλίου 1938 

«Ψυχή ήταν η φωνή Σου, Αγάπη μου, ζεστή ήταν η φωνή Σου, κι έσμιξε με το αίμα μου και μου χτυπάει μες στην καρδιά μου και τη νιώθω αδιάκοπα μες στο σφυγμό μου! Ω μακρινό μου κάλεσμα, γλυκό, γλυκό! Κι εγώ δεν ήρθα ακόμα, Αγάπη μου, για να ριζώσω εκεί, στα πόδια Σου, στον ίσκιο των φτερών Σου, να βυθίσω έξω από τον κόσμο, πάνω από τον κόσμο, ολόκληρη την Ύπαρξή μου, την αληθινή, τη ζωντανή, την αιώνια Ύπαρξή μου, που μου την ξανάδωκες Εσύ, στην πρώτη αθάνατή της λάμψη, την αμόλυντη… Α, πες μου, πες μου, Αγάπη μου, πως δεν υπάρχει, δεν θα υπάρξει δύναμη ποτέ, μικρή ή μεγάλη, που να σκιάσει το Μυστήριο και το Θάμα που μας ένωσε! Πες μου πως κούνια, κλίνη, τάφος γίναν ένα και στους δυο μας και πως οι ψυχές μας, το αίμα μας, τα κόκαλά μας αξεχώριστα θ’ ανάψουνε στον κόσμο, σ’ όλο του το νόημα, της Ανάστασης το Φως! Πώς Σε ζητάει, πώς σε ζητάει σήμερα, Γλυκιά μου, ο Άνθρωπός Σου! Ας άγγιζα μονάχα σήμερα την άκρη από το φόρεμά Σου, ας έφτανα ως τα πόδια Σου, ως τα πόδια σου μοναχά αυτή την ώρα, για να πιω, να πιω, να πιω, σα σε πηγή!» 

21 Απριλίου 1938 

«Άννα μου, πνοή μου! Αν απ’ την πρώτην ώρα σου ’λεγα για το σπαραγμό του χωρισμού μας, θα ’τανε σα να ’βγανα από την καρδιά μου το μαχαίρι οπού εκείνη τη στιγμή μπήκε βαθιά ως το κόκαλο, και ν’ άφηνα το αίμα μου όλο να χυθεί. Το κράτησα μες στην καρδιά μου για να ζήσω, να μπορέσω να Σε ξαναϊδώ, κι αν θέλεις να μη φύγω από κοντά Σου πια! Κι όλα τα λόγια μου που Σου ’γραψα στο μεταξύ ήτανε βγαλμένα από τη μεγάλη πειθαρχία του Πόνου. Τίποτ’ άλλο… » 

3 Ιανουαρίου 1939 

«Γονατιστός Σου γράφω, λατρεμένη μου, μπρος στο βωμό και μπρος στην Άγια Τράπεζα της Θείας κοιλιάς Σου, μπρος στον άρρητον ανθό της Ομορφιάς Σου, μπρος στο Θείο, το άναρχο λειτούργημα του Μυστηρίου βαθιά Σου! Θεέ, σε ποιους βυθούς συγκίνησης υπέρτατης σκιρτά αμολόγητα το πνεύμα μου, Άννα! » 

Τον Γενάρη του 1939 εγκαταλείπει τον γιατρό Καραμάνη. Ακολουθεί σκάνδαλο και ένα επεισοδιακό διαζύγιο. 

Παντρεύονται στις 17 Ιουνίου του 1940 

«Έφτασα στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου του 1939 με το τρένο πάλι. Ο Άγγελος με περιμένει και μόλις με βλέπει σκύβει και μου φιλεί τα γόνατα και με κρατάει, τρέμοντας για κάθε μου βήμα, για κάθε μου κίνηση…» 

Στις 2 Ιουλίου 1939 ο Σικελιάνος της γράφει… 

«Είσαι Δική μου, είμαι Δικός Σου! Αυτό μονάχα με γεμίζει, αυτό μονάχα με στυλώνει, αυτό μονάχα με κρατάει στη γη! Οι ρίζες του είναι μας είναι μπλεγμένες κάτου από το χώμα κι ολοένα μπλέχονται και σμίγουνε κι αναζητιώνται και τυλίγονται και πιάνονται κι ένας χυμός μονάχα ανηφορίζει βουίζοντας στις φλέβες μας κι ένας καημός ανοίγει αδιάκοπα σ’ αυτό το χωρισμό την αγκαλιά μας! Α, πώς δουλεύει μέρα – νύχτα μέσα μου, στο σώμα μου όλο, από τα νύχια στην κορφή, αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση του νου μου για το νου Σου, των ματιών μου για τα μάτια Σου, της πνοής μου για την πνοή Σου, των ριζών μου για τις ρίζες Σου. Ούτε δευτερόλεπτο δεν σταματά η αδιάκοπη, η ακοίμητη αίσθησή της. Και μήτ’ έχω μέσα μου άλλη αίσθηση ζωής! Να Σε ζητώ μ’ όλες τις ίνες μου όλες τις στιγμές, να κολυμπάω αντίστροφα στο ρέμα της απόστασης για να Σε 'γγίξω. Αυτή είναι τώρα η φοβερή, η ακοίμητη, η απόλυτη ζωή μου. Και θα τη ζήσω, όσο που ρίζες, κλώνοι και κορμός θα γίνουν αιώνια Ένα κι η πνοή του Σύμπαντος στα φρένα μας μια μόνη Μουσική». 

20 Σεπτεμβρίου 1947 

«Έχω πάντα μπρος στα μάτια μου το «Δεκάλογό» Σου. Κι εσύ έχε το «μονόλογό» μου: «Αγάπα με όπως σ’ αγαπώ!». Υ.Γ. Πρόσεχε να μην κουράζεσαι… Από Σε, για Σε κρατιέμαι ακόμα στη ζωήν ετούτη. Σ’ αγαπώ!» 

ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΝΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

Γ.Λιν
Ιουνίου 20, 2025 No comments

Πόσο μακρινή δείχνει η εποχή απ’ όταν ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραφε στον Τζούλιους Ρόμπερτ Οπενχάιμερ τον «πατέρα» της ατομικής βόμβας που άφησε πίσω της 200.000 νεκρούς το 1945 και μία μάταιη δήλωση του: «Είμαι ο θάνατος. Είμαι ο καταστροφέας»… 

Πόσο μακρινή δείχνει η εποχή των μεγάλων ποιητών, όπως ο Νικηφόρος Βρεττάκος… 

Μακρινή αλλά -ευτυχώς- όχι απόμακρη η εποχή που ο Βρεττάκος έγραφε για τον «μεγάλο αντιφατικό», όπως έχει μείνει στην ιστορία ο μακελάρης Οπενχάιμερ… (ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΟΠΕΝΧΑΙΜΕΡ)

Πριν από 71 χρόνια, το 1954, ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε στον Οπενχάιμερ και στους Οπενχάιμερ της γης… και είναι σα να το γράφει σήμερα…

 

«Μάρτυρας το άγριο τούτο πένθος, που επικάθεται 
τις ώρες αυτές στον πλανήτη μας 
που περνά μέσα στις αχτίνες του ήλιου και τις συννεφιάζει, 
που το σηκώνουμε και μας γονατίζει, 
που αν δοκιμάσεις να το ειπείς σου σκίζει τη φωνή, 
που αν δοκιμάσεις να το γράψεις σου σκορπίζει τα δάχτυλα, 
που πέφτει σαν μια τσεκουριά στους αιώνες: 
Η Αγία Τράπεζα της Επιστήμης σκεπασμένη κάτω από το μέλλον 
μ’ ένα μακρύ κατάμαυρο πανί...»

Γ.ΛΙΝ
Ιουνίου 15, 2025 No comments

Μια στιγμή, μια φωτογραφία που στερεύει τα λόγια και προκαλεί δέος… 

Σιωπηλοί και ακίνητοι, γιατροί και νοσηλευτές, πάνω από το χειρουργικό τραπέζι, λίγο πριν ξεκινήσει η αφαίρεση των οργάνων του ενός εκ των δύο παιδιών που έπνιξε ο Άραχθος σε μια στιγμή ανεμελιάς και χαράς τους… 

Βούτηξε ο ένας και λίγο αργηότερα, ο άλλος βούτηξε για να τον σώσει. 

Δεν σώθηκε κανείς τους..

Τώρα νεκρά δύο παιδιά που με τον θάνατό τους… σώζουν κάποιους άλλους...

σ.σ., πόσο μικροί και σύντομοι είμαστε, και πόσο μεγάλοι και απέραντοι μπορούμε να γίνουμε...

Γ.ΛΙΝ...
Ιουνίου 15, 2025 No comments

Η Μέση Ανατολή φλέγεται. Σε εξέλιξη τα Ιρανικά αντίποινα στο Ισραήλ. Δείτε live εικόνα από το Open.



Εικόνες από το Τελ Αβίβ...

Israelis watch in horror as Iranian missiles successfully hit their targets in downtown Tel Aviv

Follow Press TV on Telegram: https://t.co/LWoNSpkJSh pic.twitter.com/Sa0iNE9IAh

— Press TV 🔻 (@PressTV) June 13, 2025

Την ίδια ώρα στην Τεχεράνη...

Israelis watch in horror as Iranian missiles successfully hit their targets in downtown Tel Aviv

Follow Press TV on Telegram: https://t.co/LWoNSpkJSh pic.twitter.com/Sa0iNE9IAh

— Press TV 🔻 (@PressTV) June 13, 2025
Ιουνίου 13, 2025 No comments

Ο Σεφέρης, η Μάρω του και τα ερωτικά γράμματα που έμειναν στην ιστορία και… την ξαναγράφουν…

Η Μάρω Λόντου γνώρισε τον Γιώργο Σεφέρη σε μια εκδρομή στο Σούνιο το καλοκαίρι του 1935 κι από τότε ακολούθησε μία εκρηκτική σχέση μέχρι τέλους… 

17 Νοεμβρίου 1936 

«Σου είπα ένα σωρό πράγματα, αλλά εκείνο που ήθελα να πω και μ’ έκανε να μουντζουρώσω τόσο χαρτί δεν το είπα: είναι σκληρή η ζωή χωρίς εσένα και άδικη». 

16 Δεκεμβρίου 1936 

«Μ’ έχεις κλείσει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, όπου ακούω τη φωνή σου χωρίς να μπορώ να διακρίνω τα λόγια σου. Τον τελευταίο καιρό έχεις χαθεί. Δεν βλέπω καθαρά και χάνω την ψυχραιμία μου, όταν μου χρειάζεται περισσότερο παρά ποτέ. Σε αισθάνομαι κοντά στα άλλα και τρομερά κουρασμένη. Η τελευταία εβδομάδα ήταν άθλια. Βλέπεις, μόλις δεν είναι ο ένας πολύ κοντά στον άλλον, τίποτε δεν γίνεται. Αγάπη μου, Μάρω, για να γράψω και για να στείλω ένα τέτοιο γράμμα θα πρέπει να είμαι πολύ χαμηλά μ’ αυτή την άθλια σιωπή σου. Σε βλέπω, να’ ξερες πόσο παράξενα σε βλέπω, και ολοένα μου τρυπάει το μυαλό η φράση “Ποιος ξέρει πότε θα σου ξαναγράψε”. Έχω την έμμονη ιδέα πως δε θα σε ξαναβρώ. Αγάπη, ΓΙΩΡΓΟΣ» 

1 Φεβρουαρίου 1937 

«Καμιά φορά, όταν μου ξεφεύγουν κάτι τέτοια λόγια, στέκομαι και λογαριάζω (ο άλλος που σέρνω πάντα κοντά μου σαν ίσκιο, ο άλλος, ο ψυχρός παρατηρητής που δε συγκινείται είναι πάντα έτοιμος να μιλήσει), λογαριάζω τι κάνω, ζυγιάζω την ευτυχία που μπορώ να δώσω και τον πόνο που έχω δώσει κιόλας, όχι μοναχά σ’ εσένα. Λογαριάζω το κόστος αυτής της ευτυχίας. Σταματώ μια δύσκολη στιγμή. Κι έπειτα: «Ας γίνει ό,τι γίνει»- έτσι τελείωνω πάντα, άμα έρθω σε αντιπαράσταση μαζί σου. Και το τρομερό είναι ότι τα ξέρω όλα. Αυτή είναι η αγάπη μου. Και δεν πρέπει να σου τη λέω. Όμως βλέπεις αυτά τα πράγματα που είναι μεγαλύτερα από εμάς έχουν το κακό να μας δίνουν την εντύπωση ότι βρίσκονται πάντα σε κίνδυνο, ότι, αν μας τυραννούν τόσο «φριχτά πολύ» σήμερα, αύριο μπορεί να έχουν χαθεί μια για πάντα. Και το περίεργο είναι πως ενώ τόσο πολύ βασανιζόμαστε, θα προτιμούσαμε να χάσουμε οτιδήποτε άλλο παρά αυτό το βασάνισμα. Και τότες λέμε πως «δεν έχουμε καιρό» και δίνουμε ό, τι μπορούμε να δώσουμε. Και δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω τώρα, παρά αυτές τις ανόητες λέξεις. Και πάλι δε θα σου τις έγραφα, αν δε με παρακινούσε η ελπίδα πως κάποτε, έστω και για μια στιγμή, όταν σου κρατήσω το χέρι, δύο άνθρωποι, μέσα σ’ αυτόν τον ψόφιο κόσμο που μας τριγυρίζει, θα μπορέσουν να νιώσουν ότι ανασαίνουν επιτέλους, έξω από όλα – κάποτε, όταν αυτά που λέμε τώρα πάρουν μία ανθρώπινη υπόσταση και πάψουν να τριγυρνούν σα φαντάσματα»...

Σεφέρης και Μάρω Αλληλογραφία
Ιουνίου 12, 2025 No comments

Όπως ήρθε έτσι κι έφυγε… Ένα κοκαλιάρικο μικρό ήταν όταν εμφανίστηκε στο τοιχάκι της αυλής νιαουρίζοντας έντονα και πεινασμένα… 

Λίγο νερό, λίγο φαΐ, ήρθε και μέστωσε το κοκαλιάρικο και άρχισε να καλομαθαίνει στη ζεστασιά της φροντίδας. 

Όσο μεγάλωνε και μέστωνε, το μικρό το νιαούρισμα παρέμενε έντονο αλλά με διαφορετικό μήνυμα. Λίγο βάλε με μέσα, λίγο δώσε μου σημασία, λίγο πάρε με αγκαλιά και άλλα παρόμοια. 

Τι να θέλει αυτό το κατσουλόγατο, αναρωτήθηκε ο άνθρωπος. Μα όνομα, φυσικά, απάντησε ο ίδιος… 

Κι έτσι το παραπονιάρικο που είχε μάθει να ζει στα κεραμίδια -όσα απέμειναν στο κέντρο της Αθήνας- βαπτίστηκε «Άγγελος»… 

Κι όσο εκπαιδευόταν στο όνομά του, τόσο πάχαινε διεκδικώντας όλο περισσότερο φαγητό, νερό και αγάπη… 

Όταν έπιανε βροχή ο «Άγγελος» έβρισκε καταφύγιο στο πλυσταριό με τους σωρούς των άπλυτων για στρώμα κι έτσι οι μήνες περνούσαν… Μέχρι που μαζί του μία μέρα έφερε και παρέα. 

Έναν ασπρόμαυρο φιλαράκι που λίγο φοβόταν στην αρχή το χάδι του ανθρώπου, αλλά στην πορεία και με την βοήθεια του «Άγγελου» κάπως εξοικειώθηκε. Επίσης νιαούριζε έντονα... 

Τι να θέλει, αναρωτήθηκε ξανά ο άνθρωπος. Και φαγητό έχει και νερό και παρέα. Μα όνομα, φυσικά, απάντησε ο ίδιος… 

Κι έτσι το ασπρόμαυρο φιλαράκι που περπατούσε ως λόρδος βαπτίστηκε «Ερρίκος». Κάθε πρωί και κάθε βράδυ στο τοιχάκι της αυλής περίμεναν υπομονετικά και οι δυο τους για λίγη τροφή, για λίγο νερό για λίγη σημασία και ίσως λίγη περισσότερη αγάπη. Και ο άνθρωπος τα έδινε… 


Μέχρι που μια μέρα, έτσι ξαφνικά, ο Άγγελος εξαφανίζεται. Φώναζε ο άνθρωπος, ξαναφώναζε, πουθενά ο Άγγελος. Αντ’ αυτού εμφανιζόταν ο Ερρίκος με κείνο το ιδιαίτερο σχεδόν βρετανικό, και ίσως μεγαλοαστικό ύφος… σε αντίθεση με τον Άγγελο που ήταν έναν αληταριό των κεραμιδιών και πολύ του άρεσε… 

Και πέρασε ο καιρός και έπιασε Άνοιξη και ο Άγγελος πουθενά. Πουθενά, όμως, και ο Ερρικος. Για πολλές μέρες ο άνθρωπος κρατούσε τα σκεύη τους γεμάτα στο τοιχάκι της αυλής με την άγρια τριανταφυλλιά, περιμένοντας την μεγάλη επιστροφή. 

Που δεν ήρθε ποτέ… 

Γιατί δεν επέστρεψαν; Πάντα επιστρέφουν! 

Κάποιος μανιακός τα φόλιασε, σκέφτηκε ο άνθρωπος, δεν εξηγείται αλλιώς. Και ήρθε το καλοκαίρι. 

Γιατί δεν επέστρεψαν; Πάντα επιστρέφουν!

Όχι, σκέφτηκε ο άνθρωπος και άρχισε να ξεπλένει το τοιχάκι της αυλής από τα αποτυπώματά τους... δεν επιστρέφουν πάντα...

Γεωργία Λινάρδου
Ιουνίου 11, 2025 No comments


Οικογένεια αυτιστικού παιδιού δέχθηκε μία τρομακτική επίθεση από… γείτονες διότι το παιδί έκανε φασαρία... 

Περνώ αρκετές ώρες την ημέρα διαβάζοντας ιστορίες στα social media, δίχως να αποκλείω καμμία. Κάποιες ενδιαφέρουσες, κάποιες αδιάφορες, κάποιες παραπλανητικές και κάποιες σκληρές, κυνικές έως και απάνθρωπες… Σε μία από αυτές έπεσα απόψε το βράδυ… την διάβασα και την ξαναδιάβασα μη τυχόν και κάτι δεν έχω καταλάβει σωστά… 

Την παραθέτω και ελπίζω να μην έχω διαβάσει σωστά… που δυστυχώς έχω διαβάσει σωστά… 

Γράφει η Ντίνα Μιχαλοπούλου: «Χτες βράδυ μας συνέβη το εξής τρομακτικό: Γείτονες που μας έχουν κάνει συκοφαντική αγωγή για να μας διώξουν από το σπίτι (και ενώ περιμένουμε την απόφαση του δικαστηρίου), ήρθαν έξω από το σπίτι μας και μας τραμπούκιζαν στις 10 και μισή. Όταν ανοίξαμε, ο άντρας όρμησε μέσα στο σπίτι και επιτέθηκε στον άντρα μου. Τον έπιασε από το λαιμό και τον έσπρωχνε προς τον τοίχο. Αυτά όλα τα παρακολουθούσε το αυτιστικό παιδί μας. Εγώ μπήκα στη μέση και άρχισα να φωνάζω ότι θα πάρω την αστυνομία και μόλις άρχισα να παίρνω τηλέφωνο έφυγαν. Ειλικρινά είμαι πάρα πολύ σοκαρισμένη. Χτες το παιδί δεν έκανε φασαρία, απλά κάναμε τις δουλειές του σπιτιού και ετοιμαζόμασταν για ύπνο. Αυτά που συνέβησαν τα γράψω εδώ, στο μικρό βήμα που έχω γιατί είμαι σίγουρη ότι αυτή τη ρατσιστική βία την εισπράττουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πολλές οικογένειες σαν τη δική μας και είναι άδικο - απλά προσπαθούμε να επιβιώσουμε, δεν κάνουμε τίποτα κακό. Αντί για βοήθεια, μας κάνουν τη ζωή δύσκολη και μας φέρονται σαν μιάσματα. Αν θέλετε, μπορείτε να μοιραστείτε το ποστ - ίσως έτσι μας βοηθήσετε να είμαστε πιο ασφαλείς.» 

Κι όλα αυτά διότι το παιδί έκανε φασαρία… 

Κι όλα αυτά γιατί η υπερσυγκέντρωση τοξικότητας στις ψυχές μας ψάχνει τόπο να εκφράσει την βία της… 

σ.σ., η φωτό είναι αρχείου...

Γεωργία Λινάρδου
Ιουνίου 11, 2025 No comments

Υπήρξαν ποιητές, που λίγοι τους θυμούνται πια. Ποιητές του μεσοπολέμου, μιας εποχής ρευστότητας και αβεβαιότητας όπου οι μεγάλες εθνικές προσδοκίες, που γεννήθηκαν στους Βαλκανικούς Πολέμους, τσακίστηκαν στην μέγγενη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της ακόλουθης Μικρασιατικής Καταστροφής.

Οι ποιητές αυτής της Νεορομαντικής Σχολής δε μπόρεσαν παρά να εκφράσουν τον πόνο και την απαισιοδοξία, που ο καιρός στάλαξε στην ψυχή τους. «Εποχές στοιχειωμένες, καιροί που η ψυχή τους αλαφιάστηκε», εξηγεί ο Άγγελος Τερζάκης.

Ανάμεσά τους ξεχωρίζει μια γυναικεία μορφή, μελαχρινή, μελαγχολική, συχνά μαυροντυμένη: Η Μαρία Πολυδούρη. 

Γεννήθηκε στην Καλαμάτα τον Απρίλη του 1902. Κόρη του προοδευτικού φιλολόγου Ευγένιου Πολυδούρη, ανατράφηκε σε ένα κλίμα προχωρημένου φιλελευθερισμού και πήρε τις βάσεις μιας βαθιάς καλλιέργειας.  
Φύση ρομαντική και ευαίσθητη, εξέπεμπε από παιδί μια αύρα μεταφυσική.


Η μοίρα φρόντισε να τη φέρει από νωρίς σε επαφή με το θάνατο, καθώς έχασε δύο από τα αδέρφια της σε νηπιακή ηλικία. Στο Γύθειο, όπου φοίτησε στο Δημοτικό και στο Σχολαρχείο, ανακάλυψε τη συγκίνηση που της προκαλούσαν τα μανιάτικα μοιρολόγια. Χανόταν για ώρες παρακολουθώντας τις κηδείες συμπολιτών της και γύριζε σπίτι με μάτια κόκκινα από το κλάμα. Ο θάνατος είχε γίνει ο πρώτος σύντροφος της ζωής της.

Μεγαλώνοντας, πέρα από τις άριστες επιδόσεις της στα γράμματα, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κοινωνικά γεγονότα της εποχής, καθώς και για τη γυναικεία χειραφέτηση. Αναγνώστρια της «Εφημερίδας των κυριών» της Καλλιρόης Παρρέν, δημοσιεύει το πρώτο της ποίημα (Ο πόνος της μάνας) σε ηλικία 14 ετών στο περιοδικό «Οικογενειακός Αστήρ». Αφορμή ένα τραγικό γεγονός, ο πνιγμός ενός ναυτικού.





Σε ηλικία μόλις 16 ετών διορίζεται μετά από επιτυχείς εξετάσεις στη Νομαρχία Μεσσηνίας. Οι αναφορές των προϊσταμένων της κάνουν λόγο για μια υποδειγματική υπάλληλο ανώτερης αξίας. Την ίδια περίοδο στέλνει συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον βουλευτή του κόμματος των Φιλελευθέρων Κωστή Μπαστιά, που εισηγείται με νομοσχέδιο στην Ελληνική Βουλή τη γυναικεία ψήφο.



Το 1920 η μοίρα χτυπά το νεαρό κορίτσι ξανά, καθώς χάνει και τους δύο της γονείς μέσα σε διάστημα σαράντα ημερών. Ιδίως ο χαμός της μητέρας της θα της αφήσει ανεξίτηλα τραύματα. «Μητέρα μου... 
Δε σ' ένοιωσα πριν να σε χωριστώ 
Μα η θύμησή σου ακέρηα που μου μένει, 
Μού δείχνει εμένα, 
εκεί να εξιλαστώ 
Για πάντα θλιβερή μετανοιωμένη».








Το 1921 μετατίθεται στη Νομαρχία Αθηνών και γράφεται στην Νομική Σχολή.

Ένθερμη φεμινίστρια γίνεται μία από τις ελάχιστες γυναίκες που φοιτούν στο Πανεπιστήμιο. Οι συμφοιτητές της την υποδέχονται με χειροκροτήματα. «‘Ο,τι μου δίνει μια ευχαρίστηση πραγματική είναι το Πανεπιστήμιο και μόνο αυτό!.... Παρακολουθώ μ΄ ανοιγμένη όλη την ψυχή μου τη διδασκαλία των καθηγητών μου.»

Στη Νομαρχία, όμως, γνωρίζει την απογοήτευση. Βρίσκει την κατάσταση που επικρατεί εκεί θλιβερή και απογοητευτική. Η εργατική της συνείδηση εξεγείρεται. «Να εργάζεσαι σαν το χειρότερο εργάτη, να μελετάς, να αξιούν να είσαι ευπαρουσίαστος και να περνάς μισό μήνα με ένα δεκάρικο! Και εκείνο δανειστό! Θεέ, παντοδύναμε! Και έπειτα να μην είσαι μπολσεβίκος!».

Από τις καταχωρίσεις στο ημερολόγιό της μαθαίνουμε ότι είχε πολλούς θαυμαστές. Ο Σπύρος, ο Νίκος, ο Μενέλαος, ο Χριστόφορος, ένας νεαρός αξιωματικός του Ναυτικού. 

Όλοι έλκονται από την ομορφιά της και την τριγυρίζουν, όπως οι πεταλούδες το φως. Μα εκείνη, παρ' όλη τη λαχτάρα να ερωτευτεί βαθιά, χάνει γρήγορα το όποιο ενδιαφέρον έχει γι' αυτούς και τους βλέπει μόνο σαν φίλους. Ενοχλείται μάλιστα από το διαρκές ερωτικό τους ενδιαφέρον. 

«Οι φίλοι μου είναι άξιοι φίλοι, αλήθεια, αλλά εγώ είμαι ο συνδετήρ της παρέας. Όταν εγώ λείψω, η παρέα διαλύεται πίσω μου. Γίνεται ότι εγώ θελήσω. Φροντίζουν για τις εντυπώσεις μου από αυτούς. Αυτό με κάνει να λυπάμαι αληθινά, γιατί έτσι μου δείχνουν ότι εγώ μέσα σ΄αυτούς δεν είμαι ότι και αυτοί μεταξύ των.»

Ο έρωτας της ζωής της καταλαμβάνει ένα αντικρινό γραφείο στη Νομαρχία. Είναι ο συνάδελφος της Κώστας Καρυωτάκης, πολλά υποσχόμενος ποιητής, που έχει ήδη εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές. Κάτι διάβασε στα «άστατα μάτια» του βραχύσωμου και βαρύθυμου αυτού νεαρού η μελαχρινή καλλονή, που τον έκανε να ξεχωρίσει αμέσως από τους συνήθεις θαυμαστές της.

«Τον αγαπώ... τον αγαπώ, καμιά αμφιβολία πια... Απελπισμένε μου ποιητή, θα σε αγαπώ άραγε όσο θέλω να σ’ αγαπήσω, όσο σου πρέπει;».

«Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι άνεμοι. 
Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως. 
Κοντά σου όλα γλυκά και όλα σα χνούδι, σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή.». 

Εκείνο τον καιρό η Μαρία δημοσιεύει ποιήματά της σε διάφορα έντυπα. Οι στίχοι της αποτυπώνουν ανάγλυφη την ψυχή της και την σύγκρουση που επικρατεί μέσα της.

Η χαρά και η διάθεση για ζωή της νέας κοπέλας συνυπάρχουν με μια έντονη αίσθηση θλίψης και ματαιότητας. Ούτε, όμως, η προσωπική της ευτυχία της δόθηκε για πολύ.


Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης μαθαίνει ότι πάσχει από σύφιλη. Το θεωρεί άδικο για την Μαρία να είναι δεμένη με έναν καταδικασμένο και της ζητά να χωρίσουν. Εκείνη, ξένη προς τις κοινωνικές συμβάσεις τις εποχής, του προτείνει να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά. 

Ο Καρυωτάκης, βυθισμένος στη δική του απαισιοδοξία και θλίψη, αλλά και βαθύτατα υπερήφανος, δεν δέχτηκε τη θυσία. Βλέποντας τα όνειρά της να συντρίβονται η Μαρία δεν τον πίστεψε. Θεώρησε πως προφασίστηκε την αρρώστια για να διαλύσει το δεσμό τους.  

«Και ήρθες στην πλούσια μου γιορτή 
Με χέρια σταυρωμένα... 
Εσύ! 
Για σένα! 
Όχι για με, ω, τίποτε για μένα.»

Οι δυο τους χωρίζουν οριστικά το 1923, αλλά συνεχίζουν να συναντιούνται για λίγο καιρό σαν φίλοι...

Πικραμένη από το ναυάγιο του έρωτά της, αρραβωνιάζεται τον πλούσιο δικηγόρο Αριστοτέλη Γεωργίου, που την πολιορκεί. Ήθελε, ίσως, να πληγώσει τον Καρυωτάκη. Στο λαιμό της, όμως, κρέμεται πάντα ένα μενταγιόν με τη φωτογραφία του.

Είναι η περίοδος που χάνει τη δουλειά στη Νομαρχία και εγκαταλείπει τις σπουδές της στη Νομική. Βρίσκεται σε μεγάλη συναισθηματική σύγχυση και στην αναζήτησή της φοιτά στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Σχολή Κουνελάκη, χωρίς όμως να καταφέρει να βρει στην ηθοποιία αυτό που ψάχνει.

Όταν μαθαίνει από κοινούς γνωστούς ότι ο Καρυωτάκης είναι στ’ αλήθεια άρρωστος, οι τύψεις την πλημμυρίζουν. Εκείνος, θυμωμένος μαζί της από τον επιπόλαιο αρραβώνα της, κόβει και τις λίγες φιλικές συναντήσεις που έχουν.  

«Δε θαρθης πια, τα χέρια μου να σμίξης τα παγωμένα, τα εχθρικά μου χέρια; 
Δε θαρθης!...
Πώς αργά περνούν οι μέρες. 
Κι όσο συ φεύγεις, τόσο με σιμώνει η γνώριμή μου μοίρα. 
Τόσο μόνη, τόσον καιρό με τον καημό κρυφό.»

Το 1926 εγκαταλείπει τον αρραβωνιαστικό της και αναχωρεί για το Παρίσι για να σπουδάσει υψηλή ραπτική στο Ecole Pigier. Η πόλη του φωτός τη μαγεύει. Αλλά η γοητεία της γαλλικής πρωτεύουσας δεν είναι ικανή να διαλύσει τα σκοτάδια της ψυχής της.

Η κατάθλιψη την ακολουθεί κατά πόδας.

«Ούτε κι εδώ στην ξενιτιά που μ’ έχει ρίξει 
Καθώς με συγκαλά, της δυστυχίας το κύμα 
Βρήκα την ταφική του ναυαγίου γαλήνη.»


Εκεί, η μοίρα θα της χτυπήσει ακόμη μια φορά την πόρτα. Προσβάλλεται από φυματίωση.

«Στα στήθη μου βαθιά η πληγή ματώνει 
Σα νέο λουλούδι, νοιώθω την ορμή της 
Που μου ρουφά τα νειάτα και με λύνει. Το είναι όλο τώρα η δύναμή της 
Και θα δουλεύει ανύποπτα για κείνη.», γράφει από το νοσοκομείο του Παρισιού, όπου νοσηλεύεται.

Επιστρέφει για να εισαχθεί στο σανατόριο «Σωτηρία», σε ένα δωμάτιο απομονωμένο από τους θαλάμους των άλλων ασθενών. 

«Τώρα δεν έχω κάπου πια 
Να στρέψω τη θολή ματιά. 
Τίποτα δεν προσμένω. 
Μόνο το Θάνατο ξανά 
Είδα εδώ κάπου να γυρνά 
Για κάτι υποσχεμένο.»

Εκεί στο σανατόριο θα πάει να τη βρει ο Καρυωτάκης λίγο πριν αναχωρήσει για την Πρέβεζα, ύστερα από δυσμενή μετάθεση, λόγω των πολιτικών του φρονημάτων και της προσωπικής του προστριβής με τον Υπουργό Πρόνοιας Κύρκο. Εκείνη αναθαρρεύει και ελπίζει.

«Ήρθες! 
Ήρθες! 
Πλημμύρισε η χαρά μου και η λαχτάρα με σφίγγει να με πνίξη.» 

Στην Πρέβεζα, όμως, ο Καρυωτάκης πάει για να εκτελέσει την τελευταία πράξη του δικού του δράματος. Αφού της στείλει μια τελευταία επιστολή στην οποία τη συμβουλεύει να ακολουθεί τις οδηγίες των γιατρών και να προσέχει τη διατροφή της, αν θέλει να νικήσει την αρρώστια, αυτοκτονεί στις 21 Ιουλίου 1928.


Ο πεισιθάνατος ποιητής είχε αντέξει 32 μόλις μέρες στην εξορία του. Η σφαίρα δίνει τέλος και στη διάθεση της Πολυδούρη να παλέψει την αρρώστια. Θέλει μόνο να ζήσει έντονα τον καιρό που της απομένει. 

Βγαίνει συχνά από το νοσοκομείο, πίνει, καπνίζει και παραμελεί τη διατροφή της. 

Παράλληλα, όμως, ο πόνος της ωριμάζει μέσα της δύο ποιητικές συλλογές, τις «Τρίλιες που σβήνουν», που εκδίδεται το 1928 και την «Ηχώ στο χάος», που κυκλοφορεί το 1929. Στην πρώτη της συλλογή θα γράψει για τον μοιραίο ποιητή της:


 «Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ΄αγάπησες στα περασμένα χρόνια. 
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα 
Και σε βροχή, σε χιόνια, δεν τραγουδώ παρά γιατί μ΄αγάπησες….» 

Έρχεται σε επαφή με μεγάλες προσωπικότητες της διανόησης της εποχής και απολαμβάνει την φιλία και την εκτίμηση του Άγγελου Σικελιανού, της Μυρτιώτισσας, του Γιάννη Ρίτσου, του Κώστα Ουράνη.

Η φθίση, όμως, δεν συγχωρεί την άστατη ζωή που διάγει.

Χειροτερεύει και μεταφέρεται στην κλινική Χρηστομάνου στα Πατήσια, όπου αφήνει την τελευταία της πνοή το ξημέρωμα της 29ης Απριλίου 1930.  

«Θα πεθάνω μίαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη, 

όταν αντίκρυ θανοίγη μες στη γλάστρα μου δειλά ένα ρόδο - μία ζωούλα. 

Και θα μου κλειστούν τα χείλη 

 και θα μου κλειστούν τα μάτια μοναχά τους, σιωπηλά.»

Σύμφωνα με μαρτυρίες αυτοκτόνησε με ενέσεις μορφίνης, που της πέρασε μυστικά ένας φίλος της, διατηρώντας εκείνη την ύστατη πρωτοβουλία έναντι του «αόρατου αρχαγγελικού θανάτου», που παράστεκε στο προσκέφαλό της, όπως θα γράψει το 1945 ο Άγγελος Σικελιανός.

Σε μια ιδιόχειρη επιστολή, που βρέθηκε στα πράγματά της, έγραφε για τον εαυτό της πως ήταν «μαύρο ξωτικό, που έχασε το δρόμο του και αντί να ταξιδέψει στον ονειρόκοσμό του, ξέπεσε σε τούτη δω τη γη.»

Συμβούλευε:

«Μείνετε πάντα παιδιά…..Να ζήσετε τη ζωή σας με τρέλα, να ζήσετε παράλογα, να σκοτώσετε τη λογική που΄ ναι ο φονιάς της χαράς και της ζωής.».

Και η απογοήτευση πάντα παρούσα:  

«Αγαπούσα τη ζωή, μα πάντα αυτή μου ΄παιρνε ότι άλλο αγαπούσα. Και ζωή και Χάρος ήμουν…..»


Αξίζει να το ακούσετε... Η σκληρή αλήθεια για τον Καρυωτάκη και την Πολυδούρη του Άρη Δημοκίδη. LIFO

 
Ιουνίου 10, 2025 No comments

Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του προέδρου της ΕΙΝΑΠ Γιώργου Σιδέρη για την λάθος μετάγγιση στο Τζάννειο, τον νοσηλευτή που δούλευε 16 ώρες το 24ωρο και την περίπτωση της Libby Zion...

Γράφει ο Γιώργος Σιδέρης, πρόεδρος ΕΙΝΑΠ


Βοηθός νοσηλευτή στο Τζάνειο νοσοκομείο έκανε λάθος μετάγγιση αίματος σε 62χρονη ασθενή που δίνει μάχη για να κρατηθεί στη ζωή στη ΜΕΘ. 

Με βάση τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, προέκυψε ότι ο νοσηλευτής ήταν βαθμίδας Διετούς Εκπαίδευσης (Δ.Ε.)- πράγμα που σημαίνει ότι λόγω της υποστελέχωσης καταπατήθηκε οποιοδήποτε επιστημονικό δεδομένο. 

Στο όνομα της έλλειψης προσωπικού, του να “βγει η βάρδια” στο Τζάνειο, προέκυψε επίσης ότι ο νοσηλευτής δούλευε- κατά παρέκκλιση του νόμου και της κοινής λογικής- 16 ώρες μέσα σε ένα 24ωρο. 

Ίδια η κατάσταση παντού στα νοσοκομεία του λεκανοπεδίου. Εκατοντάδες κενές οργανικές θέσεις νοσηλευτικού προσωπικού. 

Οι προσλήψεις που γίνονται όταν και αν γίνουν δεν φτάνουν να αναπληρώσουν τα τεράστια κενά. Παγιωμένες παράνομες και ατελείωτες βάρδιες, απόγευμα – πρωί, πρωί – νύχτα. Δύο νοσηλευτές νοσηλεύουν 45 ασθενείς και 10-15 ράντζα στους διαδρόμους. 

Οι ίδιοι ελάχιστοι νοσηλευτές δουλεύουν σε 2 και 3 διαφορετικά τμήματα. Χρωστάνε χιλιάδες μέρες ρεπό και άδειας 

Η κυβέρνηση, το υπουργείο Υγείας και τη διοίκηση του νοσοκομείου μία επιχείρηση “ανθρωποφαγίας”, μια άθλια προσπάθεια δολοφονίας χαρακτήρα του συναδέλφου, ο οποίος παρουσιάζεται σαν ασυνείδητος, ενώ το λάθος επιχειρείται να φορτωθεί μόνο στον ίδιο. 

Η διοίκηση του νοσοκομείου είχε το θράσος μάλιστα να βγάλει δελτίο τύπου ενημερώνοντας ότι προχώρησε σε μηνυτήρια αναφορά στην εισαγγελία. Νέοι σταθμάρχες. 

Σχεδόν 40 χρόνια πριν, στις 4 Μαρτίου 1984, η 18χρονη φοιτήτρια Libby Zion εισήχθη στο νοσοκομείο New York Hospital με πυρετό και σύγχυση. Χωρίς να είναι γνωστό το ιστορικό της (λήψη του αντικαταθλιπτικού φαρμάκου φαινελζίνη -μη αναστρέψιμος μη εκλεκτικός αναστολέας της μονοαμινοξειδάσης), οι εφημερεύοντες ειδικευόμενοι γιατροί της χορήγησαν παυσίπονο μεπεριδίνης (πεθιδίνη, συνθετικό οποιοειδές). Η αλληλεπίδραση των δύο φαρμάκων οδήγησε την ασθενή σε εκδήλωση συνδρόμου σεροτονίνης, η κατάσταση της επιδεινώθηκε ραγδαία, με αποτέλεσμα να υποστεί καρδιοαναπνευστική ανακοπή και να καταλήξει την επόμενη μέρα. 

Ο πατέρας της, Sidney Zion, κατηγόρησε το νοσοκομείο για αμέλεια, εστιάζοντας στην υπερβολική κόπωση των ειδικευόμενων ιατρών και την έλλειψη επαρκούς επίβλεψης. 

Η υπόθεση προκάλεσε ευρεία δημόσια κατακραυγή και οδήγησε σε δικαστικές διαμάχες κατά τις οποίες αποδείχτηκε ότι οι ειδικευόμενοι της υπόθεσης δούλευαν 30 ώρες συνεχόμενα (!!!) και μάλιστα χωρίς την παρουσία ειδικευμένου γιατρού. 

Η υπόθεση οδήγησε στη σύσταση της Επιτροπής Bell, η οποία πρότεινε σημαντικές αλλαγές στην εκπαίδευση των ιατρών (και οι οποίες υιοθετήθηκαν από την Πολιτεία της Νέας Υόρκης το 1989), όπως μέγιστη συνεχόμενη εργασία 24 ωρών και υποχρεωτική παρουσία επιμελητή ιατρού ανά πάσα στιγμή.  

Κάπως έτσι καθιερώθηκαν τα “ρεπό”. 40 χρόνια αργότερα και να που όλες οι κυβερνήσεις μας γυρίζουν πίσω αφού όχι μόνο δεν εφαρμόζουν το πάγιο αίτημα των υγειονομικού κινήματος για ανθρώπινα ωράρια εργασίας αλλά συνεχώς και με το πρόσχημα των “εκτάκτων αναγκών” το ρεπό, οι ανθρώπινες βάρδιες, οι άδειες γίνονται άγνωστη λέξη. 

Παραβιάζονται συστηματικά ακόμα και αυτές οι ελάχιστες δικλίδες ασφαλείας που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία. Εκατοντάδες ειδικευόμενοι εφημερεύουν χωρίς ειδικευμένο συνάδελφο γιατί απλούστατα τέτοιος δεν υπάρχει, εκατοντάδες βοηθοί νοσηλευτών κάνουν αλλότρια καθήκοντα γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν νοσηλευτές που θα έπρεπε να τα αναλάβουν. 

Ας το σκεφτούν λοιπόν καλύτερα την επόμενη φορά: Οι κυβερνήσεις που θέλουν να εφαρμόσουν την απαράδεκτη αξιολόγηση που έχει σκοπό την κατάργηση της μονιμότητας, τις απολύσεις, το κλείσιμο μονάδων, δομών, το απαράδεκτο ωράριο που σμπαραλιάζει τις ζωές μας και προβλέπει 70 ώρες τη βδομάδα δουλειά 

Το Υπουργείο και οι Διοικήσεις των νοσοκομείων που δίνουν αλλεπάλληλα “εντέλλεσθαι” και που αναγκάζουν το προσωπικό σε παράνομες βάρδιες. Οι Διευθυντές των Υπηρεσιών και κλινικών που αρνούνται να παραχωρήσουν ρεπό και άδεια. Οι ίδιοι οι συνάδελφοι που φοβούνται ή δεν μιλάνε γιατί νομίζουν ότι με την υπερεργασία προσφέρουν περισσότερα στους ασθενείς τους 

Για άλλη μία φορά αποδεικνύεται πως τα αιτήματα των υγειονομικών και των ασθενών πρέπει να είναι κοινά. Όταν οι γιατροί δουλεύουν με ανθρώπινους ρυθμούς προστατεύεται ο ασθενής από έναν κατάκοπο και άρα επικίνδυνο γιατρό, όταν υπάρχουν αρκετοί νοσηλευτές ο ασθενής θα έχει αξιοπρεπέστερη και χαμηλότερου ρίσκου νοσηλεία. 

Η Libby Zion χάθηκε. Ας μην την ξεχάσουμε. 

ΥΓ: Για την ιστορία, οι ειδικευόμενοι ιατροί του New York Hospital της ιστορίας του 1984 απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες για εγκληματική αμέλεια. Τι θα γίνει με το νοσηλευτή του Τζανείου; Ειδήσεις Υγείας χωρίς δεσμεύσεις με στόχο την ενημέρωση και την παρουσίαση όλων των πλευρών του τομέα της Υγείας από έγκριτους επιστήμονες και δημοσιογράφους.

Πηγή άρθρου: Health Report
Ιουνίου 10, 2025 No comments

Ο ηθοποιός Μάριος Αθανασίου σε έναν μάλλον ασυνήθιστο για τον ίδιο ρόλο, βρήκε την ευκαιρία να ανεβάσει κάτι «αντιδημοφιλές» -ίσως- για τον κόσμο του Instagram με τους... συνήθεις followers, αλλά με ιδιαίτερη αξία...


 
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Marios Athanasiou (@athanasiou_marios)

Ιουνίου 10, 2025 No comments
Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ
Είναι πεπεισμένος πως εκείνο το «μοιραίο» απόγευμα στο Μπάτλερ, είχε τον «Θεό» μαζί του κι έτσι κατάφερε να γλιτώσει με μια ενοχλητική γρατζουνιά στο αυτί. Ο «Θεός» του Τραμπ είχε «κέφια» εκείνη την ημέρα;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ...

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΣΑΡΟΥΧΗ!

Η τελευταία συνέντευξη του κορυφαίου έλληνα ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη στην Σοφία Ιορδανίδου για το αμερικανικό περιοδικό AEGEAN REVIEW.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

  • ΡΕΜΠΕΣΚΕΣ
    Η λέξη ρεμπεσκές είναι ουσιαστικό μειωτικού χαρακτήρα και σημαίνει: άνθρωπος φυγόπονος και ανεπρόκοπος· αχαΐρευτος, χαραμοφάης. Ετυμολογί...
  • ΑΝΕΚΤΗΣΕ ΤΙΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ο ΣΛΟΒΑΚΟΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΗΣΕ ΕΞ ΕΠΑΦΗΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
    Ο σλοβάκος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο, ο οποίος τραυματίστηκε βαριά χθες Τετάρτη από σφαίρες καθώς χαιρετούσε πολίτες, ανέκτησε τις αισθήσει...
  • «ΟΝΟΜΑΖΟΜΑΙ ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΧΙΛΑΚΗ...»
    «Ονομάζομαι Μαρία Καρχιλάκη. Γεννήθηκα στην Αθήνα, μεγάλωσα, όμως, στο Ηράκλειο της Κρήτης...»
  • ΠΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΕΙΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΙΣ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ;
    Αν είστε μισθωτός, πριν ξεκινήσετε να διαβάζετε την έρευνα της Cerved Property Services που παρουσίασε ο CEO  της Δημήτρης Ανδρίτσος, πάρτε ...
  • Παναγιώτης Παπαθεωδορόπουλος: «Έχουμε καιρό να κοιτάξουμε πάνω από εμάς»
    «Στραβή, κουτσή, ανάποδη, έχουμε μεγάλη ανάγκη τη Δημοκρατία»
  • Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΗΤΑΣ ΡΙΧΝΕΙ ΤΟ ΖΑΡΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙ ΟΤΙ ΠΙΑ... ΔΕΝ ΔΕΙΧΝΕΙ ΚΥΠΡΟ
    Η αιχμηρή γραφή του δικηγόρου Γιώργου Βήτα ξεκινά από την Eurovision, στριφογυρνά στο «ζάρι» και καταλήγει στην εισβολή της Κύπρου με αλήθει...
  • Στέλιος Κυμπουρόπουλος: «Θέλω να ζω»
    «Δεν είμαι άτομο με ειδικές ανάγκες. Είμαι ανάπηρος. Θέλω να μου μιλάτε και να με κοιτάζετε στα μάτια».
  • ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΡΕΝΤΗ: ΡΑΓΔΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ - Η ΟΓΚΩΔΗΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ 150 ΟΝΟΜΑΤΑ!
    Σε εξέλιξη είναι από το πρωί μεγάλη επιχείρηση της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Βίας στους Αθλητικούς Χώρους για την σύλληψη ατόμων, που εμπλ...
  • Ο ΚΑΠΟΥΝΗΣ «ΤΡΟΛΑΡΕΙ» ΤΟΝ ΟΠΕΚΕΠΕ!!! (VID)
    Ο πρόεδρος της ΕΑΣ Νάξου, Δημήτρης Καπούνης περιέγραψε μία απίθανη ιστορία στην πρωινή εκπομπή του Open «Ώρα Ελλάδος»!
  • ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΠΟΥΝΗΣ: Η ΝΑΞΟΣ ΚΥΛΑ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ...
    Μια φορά ΠΑΣΟΚ για πάντα ΠΑΣΟΚ δηλώνει ο επί 17χρόνια πρόεδρος της ΕΑΣ Νάξου Δημήτρης Καπούνης στο Press Workers... Πόσα χρόνια είστε πρόεδρ...

ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

πρωτοσέλιδα

Designed By | Distributed By GooyaabiTemplates